παρακληΐω

English (LSJ)

v. παρακλείω.

German (Pape)

[Seite 483] ion. = παρακλείω.

French (Bailly abrégé)

ion. c. παρακλείω.

Greek Monolingual

Α
ιων. τ. βλ. παρακλείω.

Greek Monotonic

παρακληΐω: Ιων. αντί παρακλείω.

Russian (Dvoretsky)

παρακληΐω: ион. = παρακλείω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

παρακληΐω Ion. voor παρακλείω.