ἐναποφαίνω

French (Bailly abrégé)

c. ἀποφαίνω.

Greek (Liddell-Scott)

ἐναποφαίνω: ἀποφαίνω, Λιβάν. τ. 4, σ. 183. 23.

Spanish (DGE)

exhibir τὸ νεκρὸν Chrys.M.60.596.