3,274,408
edits
(big3_7) |
(7) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. αὔρη <i>Od</i>.5.469, <i>AP</i> 6.220.9 (Diosc.), Opp.<i>H</i>.4.114<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[viento suave]], [[brisa]], [[aura]] gener. procedente del mar o ríos αὔ. δ' ἐκ ποταμοῦ ψυχρὴ πνέει <i>Od</i>.l.c., εὐκρινέες τ' αὖραι καὶ πόντος [[ἀπήμων]] Hes.<i>Op</i>.670, ὠκεανίδες Pi.<i>O</i>.2.72, κλυσιδρομὰς Tim.15.81, cf. <i>Lyr.Adesp</i>.5.1, αὔρας ἀποπνευούσας μοῦνος πάντων ποταμῶν οὐ παρέχεται ref. al Nilo, Hdt.2.19, cf. Hld.2.28.5, εἰ μὲν αὔ. φέροι ... X.<i>HG</i> 6.2.29, καλοῦμεν ... αὔρας δὲ τὰς ἐξ ὑγροῦ φερομένας ἐκπνοάς Arist.<i>Mu</i>.394<sup>b</sup>13, ἔστη εἰς αὔραν LXX <i>Ps</i>.106.29, θαλάσσης Pamprepius 3.13<br /><b class="num">•</b>gener. [[viento suave]], [[brisa]] ὀπωρίνη <i>h.Merc</i>.147, Βορήϊαι B.17.6, αὔ. φέρουσα ἀπὸ χρηστῶν τόπων ὑγίειαν Pl.<i>R</i>.401c, αὔρας θηρεύω μαλακάς X.<i>Oec</i>.20.18, ἐκεῖνα (τὰ ἐν γῇ φυόμενα) ... οὐ δύναται ὀρθοῦσαι οὐδὲ ταῖς αὔραις διαπνεῖσθαι X.<i>Smp</i>.2.25, αὔραν καὶ φωνὴν ἤκουν LXX <i>Ib</i>.4.16, αἱ δ ἡδοναὶ καθάπερ αὖραι ... διαχέονται Plu.2.1087e, ἑπτὰ δ' ἔδωκε θάσσονας αὐράων Κυνοσουρίδας Call.<i>Dian</i>.94, λεπταλέαι Musae.257, νυκτεριναί Ast.Am.<i>Hom</i>.3.6.4, βαρυηχὴς αὔ. viento violento</i>, <i>GDRK</i> 60.2.16, ref. al viento sideral ἀπὸ τῶν ἀστέρων αὔρας Plu.2.878f. (= Leucipp.A 24)<br /><b class="num">•</b>[[soplo]], [[impulso del viento]] σὺν Νότου δ' αὔραις ... πεμπόμενοι Pi.<i>P</i>.4.203, ἔπλευσεν Ζεφύρου ... αὔρᾳ A.<i>A</i>.693, del viento en un instrumento musical πνεύματος εὔπτερον αὔραν ἀμφιπλέκων καλάμοις trenzando con las cañas un soplo de viento de bellas alas</i> Telest.2.4<br /><b class="num">•</b>personif. αἱ Αὖραι [[las Auras]] o [[las Brisas]] hijas de Bóreas, Q.S.1.684, Orph.<i>A</i>.340.<br /><b class="num">2</b> [[oleada olorosa]], [[vaharada]], [[olor]] de incienso, Ar.<i>Au</i>.1717, de pescados fritos, Antiph.217.22 (cód.), de una comida deliciosa [[δεῖπνον]] ὄζον αὔρας Ἀττικῆς Dionys.Com.2.40, del olor de la hembra de ciertos peces αὔρῃ ... φιλοτησίῃ Opp.l.c.<br /><b class="num">II</b> fig.<br /><b class="num">1</b> [[aliento]], [[vida]] αὔραις ἀδόλοις γενναίας ἀλόχοιο E.<i>Supp</i>.1029, cf. 1048.<br /><b class="num">2</b> [[soplo]], [[impulso]] del destino, etc. μετάτροποι πνέουσιν αὖραι δόμων E.<i>El</i>.1148, cf. Ar.<i>Pax</i> 945, ἀντιπνεῖ δὲ πολλάκις εὐτυχίᾳ δεινά τις αὔ. Hermol.Syr.1.5, μικρά τις ἀπελείπετο αὔ. βοηθείας Ph.2.519<br /><b class="num">•</b>[[inspiración]] δαίμονος <i>AP</i> 6.220.9 (Diosc.).<br /><b class="num">3</b> [[sobrecogimiento]], [[oleada de temor]], [[escalofrío]] δι' ἐμᾶς ᾖξέν ποτε νηδύος ἅδ' αὔ. también llegó a mi vientre un día esta ráfaga</i> ref. al miedo al parto, E.<i>Hipp</i>.166<br /><b class="num">•</b>medic. [[latido]] del pulso, Gal.19.411<br /><b class="num">•</b>[[ataque epiléptico]] Gal.8.194.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> De la raíz *<i>H2u̯eHi̯1</i>- ‘soplar’ en grado ø *<i>H2uH<sup>i̯</sup>1</i> c. vocalización de <i>H2</i> inicial, cf. lit. <i>andra</i>, het. <i>ḫuwantes</i> ‘vientos’. | |dgtxt=-ας, ἡ<br /><br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. αὔρη <i>Od</i>.5.469, <i>AP</i> 6.220.9 (Diosc.), Opp.<i>H</i>.4.114<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[viento suave]], [[brisa]], [[aura]] gener. procedente del mar o ríos αὔ. δ' ἐκ ποταμοῦ ψυχρὴ πνέει <i>Od</i>.l.c., εὐκρινέες τ' αὖραι καὶ πόντος [[ἀπήμων]] Hes.<i>Op</i>.670, ὠκεανίδες Pi.<i>O</i>.2.72, κλυσιδρομὰς Tim.15.81, cf. <i>Lyr.Adesp</i>.5.1, αὔρας ἀποπνευούσας μοῦνος πάντων ποταμῶν οὐ παρέχεται ref. al Nilo, Hdt.2.19, cf. Hld.2.28.5, εἰ μὲν αὔ. φέροι ... X.<i>HG</i> 6.2.29, καλοῦμεν ... αὔρας δὲ τὰς ἐξ ὑγροῦ φερομένας ἐκπνοάς Arist.<i>Mu</i>.394<sup>b</sup>13, ἔστη εἰς αὔραν LXX <i>Ps</i>.106.29, θαλάσσης Pamprepius 3.13<br /><b class="num">•</b>gener. [[viento suave]], [[brisa]] ὀπωρίνη <i>h.Merc</i>.147, Βορήϊαι B.17.6, αὔ. φέρουσα ἀπὸ χρηστῶν τόπων ὑγίειαν Pl.<i>R</i>.401c, αὔρας θηρεύω μαλακάς X.<i>Oec</i>.20.18, ἐκεῖνα (τὰ ἐν γῇ φυόμενα) ... οὐ δύναται ὀρθοῦσαι οὐδὲ ταῖς αὔραις διαπνεῖσθαι X.<i>Smp</i>.2.25, αὔραν καὶ φωνὴν ἤκουν LXX <i>Ib</i>.4.16, αἱ δ ἡδοναὶ καθάπερ αὖραι ... διαχέονται Plu.2.1087e, ἑπτὰ δ' ἔδωκε θάσσονας αὐράων Κυνοσουρίδας Call.<i>Dian</i>.94, λεπταλέαι Musae.257, νυκτεριναί Ast.Am.<i>Hom</i>.3.6.4, βαρυηχὴς αὔ. viento violento</i>, <i>GDRK</i> 60.2.16, ref. al viento sideral ἀπὸ τῶν ἀστέρων αὔρας Plu.2.878f. (= Leucipp.A 24)<br /><b class="num">•</b>[[soplo]], [[impulso del viento]] σὺν Νότου δ' αὔραις ... πεμπόμενοι Pi.<i>P</i>.4.203, ἔπλευσεν Ζεφύρου ... αὔρᾳ A.<i>A</i>.693, del viento en un instrumento musical πνεύματος εὔπτερον αὔραν ἀμφιπλέκων καλάμοις trenzando con las cañas un soplo de viento de bellas alas</i> Telest.2.4<br /><b class="num">•</b>personif. αἱ Αὖραι [[las Auras]] o [[las Brisas]] hijas de Bóreas, Q.S.1.684, Orph.<i>A</i>.340.<br /><b class="num">2</b> [[oleada olorosa]], [[vaharada]], [[olor]] de incienso, Ar.<i>Au</i>.1717, de pescados fritos, Antiph.217.22 (cód.), de una comida deliciosa [[δεῖπνον]] ὄζον αὔρας Ἀττικῆς Dionys.Com.2.40, del olor de la hembra de ciertos peces αὔρῃ ... φιλοτησίῃ Opp.l.c.<br /><b class="num">II</b> fig.<br /><b class="num">1</b> [[aliento]], [[vida]] αὔραις ἀδόλοις γενναίας ἀλόχοιο E.<i>Supp</i>.1029, cf. 1048.<br /><b class="num">2</b> [[soplo]], [[impulso]] del destino, etc. μετάτροποι πνέουσιν αὖραι δόμων E.<i>El</i>.1148, cf. Ar.<i>Pax</i> 945, ἀντιπνεῖ δὲ πολλάκις εὐτυχίᾳ δεινά τις αὔ. Hermol.Syr.1.5, μικρά τις ἀπελείπετο αὔ. βοηθείας Ph.2.519<br /><b class="num">•</b>[[inspiración]] δαίμονος <i>AP</i> 6.220.9 (Diosc.).<br /><b class="num">3</b> [[sobrecogimiento]], [[oleada de temor]], [[escalofrío]] δι' ἐμᾶς ᾖξέν ποτε νηδύος ἅδ' αὔ. también llegó a mi vientre un día esta ráfaga</i> ref. al miedo al parto, E.<i>Hipp</i>.166<br /><b class="num">•</b>medic. [[latido]] del pulso, Gal.19.411<br /><b class="num">•</b>[[ataque epiléptico]] Gal.8.194.<br /><br /><b class="num">• Etimología:</b> De la raíz *<i>H2u̯eHi̯1</i>- ‘soplar’ en grado ø *<i>H2uH<sup>i̯</sup>1</i> c. vocalización de <i>H2</i> inicial, cf. lit. <i>andra</i>, het. <i>ḫuwantes</i> ‘vientos’. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (AM [[αὔρα]])<br /><b>1.</b> η [[ελαφρά]] και δροσερή [[πνοή]] του ανέμου που έρχεται [[κυρίως]] από τη [[θάλασσα]], [[αεράκι]]<br /><b>2.</b> η [[πνιγμονή]] που προηγείται από την επιληπτική [[κρίση]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b><br /><b>1.</b> «απόγεια [[αύρα]]» — η [[αύρα]] που πνέει από τη [[στεριά]] [[προς]] τη [[θάλασσα]]<br /><b>2.</b> «θαλάσσια [[αύρα]]» — η [[αύρα]] που πνέει από τη [[θάλασσα]] [[προς]] τη [[στεριά]], ο [[μπάτης]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> η [[ψύχρα]] του πρωινού<br /><b>2.</b> [[ούριος]], [[ευνοϊκός]] [[άνεμος]] [[κατά]] το [[ταξίδι]]<br /><b>3.</b> το [[θυμίαμα]] των θυσιών<br /><b>4.</b> [[τρεμούλα]], [[ανατριχίλα]], [[ανατρίχιασμα]]<br /><b>5.</b> <b>φρ.</b> «[[μετάτροπος]] [[αὔρα]]» ή «μετάτροποι αὖραι» — το ευμετάβλητο των ανθρωπίνων.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Αβέβαιης ετυμολ. Κατά την επικρατέστερη [[άποψη]], η [[αύρα]] συνδέεται με τη λ. <i>αήρ</i>, αν και ο [[συσχετισμός]] αυτός δεν ερμηνεύει τη [[δομή]] και τη [[σημασία]] της λ. [[αύρα]], [[αφού]] ο όρος <i>αήρ</i> σήμαινε [[κυρίως]] «την [[ομίχλη]]». Επίσης η [[υπόθεση]] [[κατά]] την οποία ο τ. [[αύρα]] προέρχεται από θ. <i>∂</i><sub>2</sub><i>e</i>-<i>w∂</i><sub>1</sub>- που συνδέεται με το θ. <i>ϑ</i><sub>2</sub><i>w</i>-<i>e∂</i><sub>1</sub>- > [[άημι]] «[[φυσώ]]» (<b>[[πρβλ]].</b> αρχ. ινδ. <i>vati</i>), δεν δικαιολογεί την κύρια [[σημασία]] της λ. [[αύρα]] «δροσερή και [[ελαφρά]] [[πνοή]] ανέμου», διάφορη της λ. [[άελλα]]. Ο όρος [[αύρα]] χρησιμοποιείται [[άπαξ]] στην [[Οδύσσεια]] για να δηλώσει «το πρωινό [[αεράκι]] που σηκώνεται από [[ποτάμι]]» ενώ στον Ησίοδο αναφέρεται η <i>θαλάσσια [[αύρα]]. Η λ., αν και σπάνια στον πεζό λόγο, απαντά στον Πλάτωνα, τον Ηρόδοτο και τον Ξενοφώντα, μεταφορική δε [[σημασία]] αποκτά [[κυρίως]] στην [[τραγωδία]] (Ευριπίδης). Τέλος, ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει την [[αύρα]] ως «το δροσερό [[αεράκι]] που ανεβαίνει από το [[νερό]]»]. | |||
}} | }} |