δασύτονος: Difference between revisions

8
(6_14)
(8)
 
Line 4: Line 4:
{{ls
{{ls
|lstext='''δασύτονος''': ὁ ἔχων δασὺ [[πνεῦμα]]. Εὐστάθ.
|lstext='''δασύτονος''': ὁ ἔχων δασὺ [[πνεῦμα]]. Εὐστάθ.
}}
{{grml
|mltxt=[[δασύτονος]], -ον (Μ)<br />αυτός που έχει δασύ [[πνεύμα]], που φέρει [[δασεία]].
}}
}}