ὁμοιόχωρος: Difference between revisions

28
(6_18)
(28)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ὁμοιόχωρος''': -ον, ὁ πληρῶν ὅμοιον χῶρον, [[Ἑρμῆς]] ἐν Στοβ. Ἐκλ. 1. 1102.
|lstext='''ὁμοιόχωρος''': -ον, ὁ πληρῶν ὅμοιον χῶρον, [[Ἑρμῆς]] ἐν Στοβ. Ἐκλ. 1. 1102.
}}
{{grml
|mltxt=[[ὁμοιόχωρος]], -ον (Α)<br />αυτός που καταλαμβάνει όμοιο χώρο με έναν [[άλλο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ομοι</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[χῶρος]].
}}
}}