στεάτιον: Difference between revisions

38
(6_3)
(38)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''στεάτιον''': [ᾱ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[στέαρ]], ὃ ἴδε ἐν τέλ. ΙΙ. = [[ζύμη]], Παῦλ. Αἰγ. 3. 28.
|lstext='''στεάτιον''': [ᾱ], τό, ὑποκορ. τοῦ [[στέαρ]], ὃ ἴδε ἐν τέλ. ΙΙ. = [[ζύμη]], Παῦλ. Αἰγ. 3. 28.
}}
{{grml
|mltxt=τὸ, Α [[στέαρ]] -<i>ατος</i>]<br /><b>1.</b> μικρό [[κομμάτι]] στέατος<br /><b>2.</b> [[ζυμάρι]].
}}
}}