τετράστυλος: Difference between revisions

41
(6_18)
(41)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''τετράστῡλος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας στύλους [[ἔμπροσθεν]], ἐπὶ ναοῦ, Βιτρούβ. 3. 2., 6. 3.
|lstext='''τετράστῡλος''': -ον, ὁ ἔχων τέσσαρας στύλους [[ἔμπροσθεν]], ἐπὶ ναοῦ, Βιτρούβ. 3. 2., 6. 3.
}}
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[τετράστυλος]], -ον, ΝΑ<br /><b>1.</b> (για [[οικοδόμημα]]) αυτός που έχει [[τέσσερεις]] στύλους στην [[πρόσοψη]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το τετράστυλο</i>(<i>ν</i>)<br />[[κιονοστοιχία]] από [[τέσσερεις]] στύλους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τετρ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> [[στῦλος]] (<b>πρβλ.</b> <i>πολύ</i>-<i>στυλος</i>)].
}}
}}