φιλόκωμος: Difference between revisions

45
(6_17)
(45)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''φῐλόκωμος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τοὺς κώμους, τὰς διασκεδάσεις μετ’ εὐωχίας καὶ χοροῦ, ἐπίθ. τοῦ Ἀνακρέοντος, Σιμωνίδ. (;) 179· πηκτὶς Ἀνθολ. Παλατ. 5. 175.
|lstext='''φῐλόκωμος''': -ον, ὁ ἀγαπῶν τοὺς κώμους, τὰς διασκεδάσεις μετ’ εὐωχίας καὶ χοροῦ, ἐπίθ. τοῦ Ἀνακρέοντος, Σιμωνίδ. (;) 179· πηκτὶς Ἀνθολ. Παλατ. 5. 175.
}}
{{grml
|mltxt=-ον, Α<br /><b>1.</b> αυτός που του αρέσουν τα γλέντια, οι διασκεδάσεις<br /><b>2.</b> (για μουσικά όργανα) αυτός που συνοδεύει τα γλέντια, τις ευωχίες<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ.</b>) [[προσωνυμία]] του Ανακρέοντος.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>φιλ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>κωμος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κῶμος]] «[[συμπόσιο]], [[διασκέδαση]]»), <b>πρβλ.</b> <i>κραιπαλό</i> -<i>κωμος</i>].
}}
}}