ξεναγέτης: Difference between revisions

5
(27)
(5)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ξεναγέτης]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[άτομο]] εντεταλμένο να συνοδεύει [[επίσημο]], [[ξένο]] που επισκέπτεται μια [[χώρα]], ο [[ξεναγός]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πρόσωπο]] που οδηγούσε και περιποιούνταν τους ξένους ή τους φιλοξενουμένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξένος]] <span style="color: red;">+</span> <i>ᾱγέτης</i>, δωρ. τ. του [[ἡγέτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>νυμφ</i>. -<i>αγέτης</i>)].
|mltxt=ο (Α [[ξεναγέτης]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[άτομο]] εντεταλμένο να συνοδεύει [[επίσημο]], [[ξένο]] που επισκέπτεται μια [[χώρα]], ο [[ξεναγός]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[πρόσωπο]] που οδηγούσε και περιποιούνταν τους ξένους ή τους φιλοξενουμένους.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ξένος]] <span style="color: red;">+</span> <i>ᾱγέτης</i>, δωρ. τ. του [[ἡγέτης]] (<b>πρβλ.</b> <i>νυμφ</i>. -<i>αγέτης</i>)].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ξενᾱγέτης:''' -ου, ὁ, αυτός που αναλαμβάνει τη [[φροντίδα]] των καλεσμένων, σε Πίνδ.
}}
}}