δικαστήρ: Difference between revisions

4
(9)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δικαστήρ]], ο (Α)<br />[[δικαστής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δικάζω]]. Στην ιων.-αττ. διάλεκτο ο τ. [[δικαστήρ]] αντικαταστάθηκε από το [[δικαστής]].
|mltxt=[[δικαστήρ]], ο (Α)<br />[[δικαστής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[δικάζω]]. Στην ιων.-αττ. διάλεκτο ο τ. [[δικαστήρ]] αντικαταστάθηκε από το [[δικαστής]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''δῐκαστήρ:''' -ῆρος, ὁ, = [[δικαστής]], σε Βάβρ.
}}
}}