τοίνυν: Difference between revisions

6
(41)
(6)
Line 30: Line 30:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br />(συμπερ. [[μόριο]]) ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗ<br />χρησιμοποιείται: 1. για να εκφράσει την ισχυρή [[πεποίθηση]] [[αυτού]] που μιλάει για τα λεγόμενά του: [[λοιπόν]], [[επομένως]], γι' αυτό («χρὴ [[τοίνυν]] πύλας ὕμνων αναπιτνάμεν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>2.</b> για να εισαγάγει [[λογικό]] [[συμπέρασμα]] («οὐ [[τοίνυν]] [[κατά]] γε τὸ [[σῶμα]] ἡ ἡσυχότης», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> για να εκφράσει: α) [[επιδοκιμασία]] («[[καλῶς]] [[τοίνυν]]», <b>Αριστοφ.</b>)<br />β) [[αποδοκιμασία]] («ἀπόλοιο [[τοίνυν]] ἕνεκ' ἀναιδείας ἔτι», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>4.</b> για τη [[μετάβαση]] του λόγου σε [[κάτι]] νέο<br /><b>5.</b> για να προσθέσει [[κάτι]]: επί [[πλέον]], [[εκτός]] από αυτό («ἔτι [[τοίνυν]] ἐν αὐτῇ τῇ δίκῃ ἐξῆν σοι φυγῆς τιμήσασθαι», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> σε διάλογο για να εισαγάγει [[απόκριση]] («[[ἄπειμι]] [[τοίνυν]] [[οὔτε]] γὰρ σὺ τἀμ' ἔπη τολμᾷς ἐπαινεῑν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>7.</b> για τη [[συνέχιση]] ενός συλλογισμού<br /><b>8.</b> για την επάνοδο σε [[διήγηση]] που έχει διακοπεί («ναί. Ἡ πλούτου [[τοίνυν]] [[ἀπληστία]]...», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>9.</b> στην [[αρχή]] του λόγου, όταν γίνεται [[αναφορά]] σε [[κάτι]] που έχουν υπ' όψιν τους και ο [[ομιλητής]] και ο [[ακροατής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τοί</i> (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>νῦν</i> / <i>νυν</i> (<b>πρβλ.</b> [[τοιγάρ]])].
|mltxt=Α<br />(συμπερ. [[μόριο]]) ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΥΝΤΑΞΗ<br />χρησιμοποιείται: 1. για να εκφράσει την ισχυρή [[πεποίθηση]] [[αυτού]] που μιλάει για τα λεγόμενά του: [[λοιπόν]], [[επομένως]], γι' αυτό («χρὴ [[τοίνυν]] πύλας ὕμνων αναπιτνάμεν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>2.</b> για να εισαγάγει [[λογικό]] [[συμπέρασμα]] («οὐ [[τοίνυν]] [[κατά]] γε τὸ [[σῶμα]] ἡ ἡσυχότης», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> για να εκφράσει: α) [[επιδοκιμασία]] («[[καλῶς]] [[τοίνυν]]», <b>Αριστοφ.</b>)<br />β) [[αποδοκιμασία]] («ἀπόλοιο [[τοίνυν]] ἕνεκ' ἀναιδείας ἔτι», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>4.</b> για τη [[μετάβαση]] του λόγου σε [[κάτι]] νέο<br /><b>5.</b> για να προσθέσει [[κάτι]]: επί [[πλέον]], [[εκτός]] από αυτό («ἔτι [[τοίνυν]] ἐν αὐτῇ τῇ δίκῃ ἐξῆν σοι φυγῆς τιμήσασθαι», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>6.</b> σε διάλογο για να εισαγάγει [[απόκριση]] («[[ἄπειμι]] [[τοίνυν]] [[οὔτε]] γὰρ σὺ τἀμ' ἔπη τολμᾷς ἐπαινεῑν», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>7.</b> για τη [[συνέχιση]] ενός συλλογισμού<br /><b>8.</b> για την επάνοδο σε [[διήγηση]] που έχει διακοπεί («ναί. Ἡ πλούτου [[τοίνυν]] [[ἀπληστία]]...», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>9.</b> στην [[αρχή]] του λόγου, όταν γίνεται [[αναφορά]] σε [[κάτι]] που έχουν υπ' όψιν τους και ο [[ομιλητής]] και ο [[ακροατής]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τοί</i> (Ι) <span style="color: red;">+</span> <i>νῦν</i> / <i>νυν</i> (<b>πρβλ.</b> [[τοιγάρ]])].
}}
{{lsm
|lsmtext='''τοίνῠν:''' ([[νυν]]),<br /><b class="num">1.</b> [[λοιπόν]], [[συνεπώς]], σε Ηρόδ., Τραγ.<br /><b class="num">2.</b> χρησιμοποιείται στη [[ανακεφαλαίωση]] ή στη ροή του λόγου, [[περαιτέρω]], [[επιπλέον]], σε Σοφ., Ξεν.
}}
}}