ὑγίεια: Difference between revisions

6
(42)
(6)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υγεία]].
|mltxt=ἡ, ΜΑ<br /><b>βλ.</b> [[υγεία]].
}}
{{lsm
|lsmtext='''ὑγίειᾰ:''' [ῠ], ἡ και [[ενίοτε]] ὑγιείᾱ, ([[ὑγιής]]),<br /><b class="num">1.</b> [[υγεία]], [[ευεξία]] σώματος, Λατ. [[salus]], σε Ηρόδ., Αττ.· στον πληθ. <i>ὑγίειαι</i>, υγιεινές συνθήκες, σε Πλάτ.<br /><b class="num">2.</b> λέγεται για το νου, [[ὑγίεια]] φρενῶν, νοητική [[υγεία]], σε Αισχύλ.
}}
}}