φόρμιγξ: Difference between revisions

6
(SL_2)
(6)
Line 24: Line 24:
{{Slater
{{Slater
|sltr=[[φόρμιγξ]] (φόρμιγγος, -ιγγι, -ιγγ(α), -ιγξ, -ιγγες, -ίγγων, -ίγγεσσι(ν) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[lyre]] ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν (O. 1.17) φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι [[πρεπόντως]] (O. 3.8) ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν (O. 7.12) ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων (O. 9.13) χρυσέα [[φόρμιγξ]] (P. 1.1) [[οὐδέ]] μιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκον- ται (P. 1.97) [[χάριν]] ἑπτακτύπου φόρμιγγος (P. 2.71) δαιδαλέαν φόρμιγγα βαστάζων (P. 4.296) [[εὐλογία]] φόρμιγγι [[συνάορος]] (N. 4.5) ἐξύφαινε, [[γλυκεῖα]], καὶ τόδ' [[αὐτίκα]], [[φόρμιγξ]], Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ [[μέλος]] (N. 4.44) ἐν δὲ μέσαις φόρμιγγ' [[Ἀπόλλων]] ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων [[ἁγεῖτο]] παντοίων νόμων (N. 5.24) ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν [[ὄρσομεν]] ἱππίων ἀέθλων κορυφάν (N. 9.8) οἱ μὲν [[πάλαι]] φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς [[δίφρον]] Μοισᾶν ἔβαινον κλυτᾷ φόρμιγγι συναντόμενοι (I. 2.2) κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς (I. 5.27) τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. . . λιγυσφαράγων κλυτᾶν ἀυτά. Ἑκαβόλε, φορμίγγων fr. 140a. 61 (35).
|sltr=[[φόρμιγξ]] (φόρμιγγος, -ιγγι, -ιγγ(α), -ιγξ, -ιγγες, -ίγγων, -ίγγεσσι(ν) <br />&nbsp;&nbsp;&nbsp;<b>1</b> [[lyre]] ἀλλὰ Δωρίαν ἀπὸ φόρμιγγα πασσάλου λάμβαν (O. 1.17) φόρμιγγά τε ποικιλόγαρυν καὶ βοὰν αὐλῶν ἐπέων τε θέσιν συμμεῖξαι [[πρεπόντως]] (O. 3.8) ἁδυμελεῖ θαμὰ μὲν φόρμιγγι παμφώνοισί τ' ἐν ἔντεσιν αὐλῶν (O. 7.12) ἀνδρὸς ἀμφὶ παλαίσμασιν φόρμιγγ' ἐλελίζων (O. 9.13) χρυσέα [[φόρμιγξ]] (P. 1.1) [[οὐδέ]] μιν φόρμιγγες ὑπωρόφιαι κοινανίαν μαλθακὰν παίδων ὀάροισι δέκον- ται (P. 1.97) [[χάριν]] ἑπτακτύπου φόρμιγγος (P. 2.71) δαιδαλέαν φόρμιγγα βαστάζων (P. 4.296) [[εὐλογία]] φόρμιγγι [[συνάορος]] (N. 4.5) ἐξύφαινε, [[γλυκεῖα]], καὶ τόδ' [[αὐτίκα]], [[φόρμιγξ]], Λυδίᾳ σὺν ἁρμονίᾳ [[μέλος]] (N. 4.44) ἐν δὲ μέσαις φόρμιγγ' [[Ἀπόλλων]] ἑπτάγλωσσον χρυσέῳ πλάκτρῳ διώκων [[ἁγεῖτο]] παντοίων νόμων (N. 5.24) ἀλλ' ἀνὰ μὲν βρομίαν φόρμιγγ, ἀνὰ δ αὐλὸν ἐπ αὐτὰν [[ὄρσομεν]] ἱππίων ἀέθλων κορυφάν (N. 9.8) οἱ μὲν [[πάλαι]] φῶτες, οἳ χρυσαμπύκων ἐς [[δίφρον]] Μοισᾶν ἔβαινον κλυτᾷ φόρμιγγι συναντόμενοι (I. 2.2) κλέονται δ' ἔν τε φορμίγγεσσιν ἐν αὐλῶν τε παμφώνοις ὁμοκλαῖς (I. 5.27) τοὶ δὲ πεσσοῖς, τοὶ δὲ φορμίγγεσσι τέρπονται Θρ. . . λιγυσφαράγων κλυτᾶν ἀυτά. Ἑκαβόλε, φορμίγγων fr. 140a. 61 (35).
}}
{{lsm
|lsmtext='''φόρμιγξ:''' -ιγγος, ἡ, [[φόρμιγγα]], είδος λύρας ή άρπας, το αρχαιότερο πνευστό όργανο των Ελλήνων, [[ιδίως]] γνωστό ως το όργανο του Απόλλωνα, σε Όμηρ.· με [[επτά]] χορδές ([[μετά]] από την [[εποχή]] του Τέρπανδου), σε Πίνδ. (Συνήθως αναφέρεται στο [[φέρω]], σαν να ήταν φορητή [[λύρα]]· πιθανότερα από √<i>ΦΡΕΜ</i>, Λατ. [[fremo]], ηχώ).
}}
}}