παρασκώπτω: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''παρασκώπτω:''' μέλ. <i>-ψω</i>, [[χλευάζω]] έμμεσα, σε Ομηρ. Ύμν.
|lsmtext='''παρασκώπτω:''' μέλ. <i>-ψω</i>, [[χλευάζω]] έμμεσα, σε Ομηρ. Ύμν.
}}
{{elru
|elrutext='''παρασκώπτω:''' подшучивать, балагурить ([[πολλά]] τινα HH): π. τι εἴς τινα Plut. отпускать шутки по чьему-л. адресу.
}}
}}