πύελος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πύελος:''' ἡ, σκαφίδι, [[μακριά]] ταΐστρα ή [[σκάφη]] για την [[τροφή]] των ζώων, σε Ομήρ. Οδ.· [[λουτήρας]], σε Αριστοφ.· [[λεκάνη]], [[σκεύος]] του μαγειρείου, στον ίδ.
|lsmtext='''πύελος:''' ἡ, σκαφίδι, [[μακριά]] ταΐστρα ή [[σκάφη]] για την [[τροφή]] των ζώων, σε Ομήρ. Οδ.· [[λουτήρας]], σε Αριστοφ.· [[λεκάνη]], [[σκεύος]] του μαγειρείου, στον ίδ.
}}
{{elru
|elrutext='''πύελος:''' ἡ (эп. ῡ - атт. ῠ)<br /><b class="num">1)</b> корыто, кормушка Hom.;<br /><b class="num">2)</b> чан, ванна Arph.;<br /><b class="num">3)</b> желоб Arph.
}}
}}