πρωτόβολος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 7: Line 7:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πρωτόβολος:''' -ον ([[βάλλω]]), αυτός που χτυπιέται [[πρώτος]], σε Ευρ.
|lsmtext='''πρωτόβολος:''' -ον ([[βάλλω]]), αυτός που χτυπιέται [[πρώτος]], σε Ευρ.
}}
{{elru
|elrutext='''πρωτόβολος:''' прежде всех освещаемый или согреваемый (ἁλίῳ Eur.).
}}
}}