3,274,399
edits
(2) |
(1) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἀναφράζομαι:''' Επικ. αορ. αʹ <i>-εφρασσάμην</i> — Μέσ., έχω [[επίγνωση]] κάποιου πράγματος, [[αντιλαμβάνομαι]], σε Ομήρ. Οδ. | |lsmtext='''ἀναφράζομαι:''' Επικ. αορ. αʹ <i>-εφρασσάμην</i> — Μέσ., έχω [[επίγνωση]] κάποιου πράγματος, [[αντιλαμβάνομαι]], σε Ομήρ. Οδ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἀναφράζομαι:''' поэт. [[ἀμφράζομαι]] узнавать, замечать (τι Hom.). | |||
}} | }} |