ξενηλασία: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ξενηλᾰσία:''' ἡ, (στη [[Σπάρτη]]), [[εκδίωξη]], [[απέλαση]] [[ξένων]] από τη [[χώρα]], σε Θουκ., Πλάτ. κ.λπ.
|lsmtext='''ξενηλᾰσία:''' ἡ, (στη [[Σπάρτη]]), [[εκδίωξη]], [[απέλαση]] [[ξένων]] από τη [[χώρα]], σε Θουκ., Πλάτ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''ξενηλᾰσία:''' ἡ преимущ. pl.<br /><b class="num">1)</b> изгнание чужеземцев Plut.: ξενηλασίας ποιεῖν τινων Plat. изгонять кого-л. из страны (как чужеземцев); ξενηλασίαις ἀπείργειν τινά τινος Thuc. в порядке изгнания из страны лишать кого-л. чего-л.;<br /><b class="num">2)</b> изгнание из страны, выселение (τεχνῶν Plut.).
}}
}}