Σαρδώ: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''Σαρδώ:''' ἡ, γεν. <i>-όος</i>, συνηρ. <i>-οῦς</i>, δοτ. <i>-οῖ</i>, το [[νησί]] της Σαρδηνίας, σε Ηρόδ., Αριστοφ.· οι πλάγιες πτώσεις μερικές φορές έχουν ως [[εξής]]· <i>Σαρδόνος</i>, <i>-όνι</i>, <i>-όνα</i> (όπως αν προερχόταν από τύπο <i>Σαρδών</i>), σε Πολύβ.· επίθ. [[Σαρδόνιος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i> και [[Σαρδονικός]], <i>-ή</i>, <i>-όν</i>, σε Ηρόδ.
|lsmtext='''Σαρδώ:''' ἡ, γεν. <i>-όος</i>, συνηρ. <i>-οῦς</i>, δοτ. <i>-οῖ</i>, το [[νησί]] της Σαρδηνίας, σε Ηρόδ., Αριστοφ.· οι πλάγιες πτώσεις μερικές φορές έχουν ως [[εξής]]· <i>Σαρδόνος</i>, <i>-όνι</i>, <i>-όνα</i> (όπως αν προερχόταν από τύπο <i>Σαρδών</i>), σε Πολύβ.· επίθ. [[Σαρδόνιος]], <i>-α</i>, <i>-ον</i> και [[Σαρδονικός]], <i>-ή</i>, <i>-όν</i>, σε Ηρόδ.
}}
{{elru
|elrutext='''Σαρδώ:''' οῦς и Polyb. όνος ἡ Сардиния (остров в Средиземном море) Her., Arph., Arst.
}}
}}