χοϊκός: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χοϊκός:''' -ή, -όν ([[χοῦς]] Β), αυτός που προέρχεται από τη γη ή το [[χώμα]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''χοϊκός:''' -ή, -όν ([[χοῦς]] Β), αυτός που προέρχεται από τη γη ή το [[χώμα]], σε Καινή Διαθήκη
}}
{{elru
|elrutext='''χοϊκός:''' [χοος II] состоящий из земли или праха ([[ἄνθρωπος]] NT).
}}
}}