3,274,764
edits
(1b) |
m (Text replacement - "τοῡ" to "τοῦ") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ΝΜΑ, και δωρ. τ. [[προφατεύω]] Α [[προφήτης]]<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[προφήτης]], με θεϊκή [[έμπνευση]] [[προλέγω]] το [[μέλλον]], [[αποκαλύπτω]] τις θείες βουλές (α. «είχε και το [[χάρισμα]] να προφητεύει» β. «μαντεύεο, [[Μοίσα]], προφατεύσω δ' ἐγώ», <b>Πίνδ.</b><br />γ. «οἱ προφητεύοντες | |mltxt=ΝΜΑ, και δωρ. τ. [[προφατεύω]] Α [[προφήτης]]<br /><b>1.</b> [[είμαι]] [[προφήτης]], με θεϊκή [[έμπνευση]] [[προλέγω]] το [[μέλλον]], [[αποκαλύπτω]] τις θείες βουλές (α. «είχε και το [[χάρισμα]] να προφητεύει» β. «μαντεύεο, [[Μοίσα]], προφατεύσω δ' ἐγώ», <b>Πίνδ.</b><br />γ. «οἱ προφητεύοντες τοῦ ἱεροῡ», <b>Ηρόδ.</b>)<br /><b>2.</b> [[ερμηνεύω]] την Αγία Γραφή με τη [[χάρη]] του Αγίου Πνεύματος («ἐπλήσθη Πνεύματος Ἁγίου καὶ προεφήτευσε λέγων», ΚΔ)<br /><b>νεοελλ.-μσν.</b><br />[[προβλέπω]], [[προμαντεύω]], [[συμπεραίνω]] ότι θα συμβεί [[κάτι]] (α. «το θέλαν επροφήτεψε, [[δίχως]] να το κατέχει», <b>Ερωτόκρ.</b><br />β. «τάχατε προφητεύομαι καὶ [[λέγω]] το [[μεγάλως]]», Πρόδρ.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[εκτελώ]] [[έργο]] προφήτη, αναγνωρισμένου χρησμοδότη σε [[μαντείο]]<br /><b>2.</b> [[κάνω]] διαγνώσεις ή [[ορίζω]] φάρμακα [[χωρίς]] να [[είμαι]] [[γιατρός]], [[είμαι]] [[αγύρτης]], [[κομπογιανίτης]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |