πραγματεία: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1"
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>I.</b> soin qu’on met à faire qch ; poursuite d'une affaire, occupation, application, étude;<br /><b>II.</b> peine, labeur, travail, affaire <i>en gén.</i><br /><b>III.</b> <i>en parl. des travaux de l'esprit</i> :<br /><b>1</b> manière de traiter un sujet;<br /><b>2</b> ouvrage d'histoire, <i>particul.</i> histoire politique, diplomatique <i>ou</i> philosophique.<br />'''Étymologie:''' [[πραγματεύομαι]].
|btext=ας (ἡ) :<br /><b>I.</b> soin qu’on met à faire qch ; poursuite d'une affaire, occupation, application, étude;<br /><b>II.</b> peine, labeur, travail, affaire <i>en gén.</i><br /><b>III.</b> <i>en parl. des travaux de l'esprit</i> :<br /><b>1</b> manière de traiter un sujet;<br /><b>2</b> ouvrage d'histoire, <i>particul.</i> histoire politique, diplomatique <i>ou</i> philosophique.<br />'''Étymologie:''' [[πραγματεύομαι]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''πραγμᾰτεία''': ἡ, ([[πραγματεύομαι]]) μετ’ ἐπιμελείας ἐπιδίωξις ὑποθέσεώς τινος ἢ ἀσχολίας, ἐπιμελὴς [[σπουδή]], [[ἐπίπονος]] [[ἐργασία]], Ἰσοκρ. 11D, 83Ε, Πλάτ. Κρατ. 408Α, κ. ἀλλ., πρβλ. Stallb. εἰς Φαίδωνα 63Α· πόνων πολλῶν καὶ πραγματείας Δημ. 101. 22· πλέονος [[εἶναι]] πραγματείας Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 10· ἡ [[μάταιος]] πρ. [λογισμῶν], ἡ ματαία αὕτη προσοχὴ καὶ ἐνασχόλησις εἰς συλλογισμούς, Ξεν. Ἀπομν. 4. 7, 8. ΙΙ. [[ἐπιχείρησις]], ἐνασχόλησις, [[ἀσχολία]], [[ἔργον]], ἡ πρ. [[αὐτοῦ]] ἅπασα. εἰς τοῦτο τελευτᾷ Πλάτ. Γοργ. 453Α· ἡ τοῦ διαλέγεσθαι πρ., ἡ εἰς τὴν διαλεκτικὴν ἐνασχόλησις, ὁ αὐτ. ἐν Θεσμ. 161Ε· τοῦ πολιτικοῦ... πᾶσα ἡ πρ. περὶ πόλιν [ἐστὶ] Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 1, 1, πρβλ. Ἠθικ. Νικ. 2. 3, 10· ἡ δημηγορικὴ πρ., τὸ [[ἔργον]] τοῦ ῥήτορος, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 1, 10· τῆς ἀναισχύντου πρ. ἀποστῆναι Αἰσχίν. 88. 19· αἱ ἄλλαι πρ., ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀρχαί, ὁ αὐτ. 55. 38· ― [[πολυπραγμοσύνη]], [[ἀσχολία]] περὶ δίκας, κ.τ.τ., τὰς μὲν ἐργασίας αὐτοῖς καθίστη κερδαλέας. τὰς δὲ πραγματείας ἐπιζημίους Ἰσοκρ. 18C, 316D, 317E, 318C· ― ἐν τῷ πληθ., [[καθόλου]], ὑποθέσεις [[κάτω]] βλέπειν εἰς ἀνθρώπων πραγματείας Πλάτ. Πολ. 500C· πραγματειῶν μεθισταμένων Ἀντιφῶν 120. 14· ταραχαί, ἐνοχλήσεις, Δημ. 1412. 20· πρ. ἔχειν [[πρός]] τινα, ἔχειν ἀσχολίας..., Στράβ. 401. ΙΙΙ. ἡ [[πραγματεία]] ὑποθέσεώς τινος, ἡ τοῦ ἐπιπέδου πρ., ὡς ὁρισμὸς τῆς γεωμετρίας, Πλάτ. Πολ. 528D· Πλάτωνος πρ., τὸ τοῦ Πλάτωνος [[σύστημα]] ἢ [[δόγμα]], Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 61, πρβλ. 1. 5, 3: ― [[ὡσαύτως]] ὁ [[τρόπος]] τοῦ πραγματεύεσθαι ὑπόθεσίν τινα, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 15, 21. 2) φιλοσοφικὴ [[πραγματεία]], ὁ αὐτ. ἐν Τοπ. 1. 1, 1., 1. 2, 1, κ. ἀλλ.· τοῦ εἰδέναι [[χάριν]] ἡ [[πραγματεία]] ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 2. 3, 1· ἡ παροῦσα πραγματείαν οὐ θεωρίας [[ἕνεκα]] ὁ αὐτ. ἐν Ἠθ. Νικ. 2. 2, 1· ― [[ὡσαύτως]] ἡ [[ὑπόθεσις]] τοιαύτης πραγματείας, [[τρεῖς]] αἱ πρ. ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 2. 7, 3, πρβλ. Σοφ. Ἔλεγχ. 33. 18, κ. ἀλλ. 3) ἱστορικὸν [[ἔργον]], συστηματικὴ [[ἱστορία]] ἐν ᾗ τὰ συμβάντα ἐκτίθενται [[ὁμοῦ]] ὡς αἴτια καὶ ἀποτελέσματα, οὐχὶ [[ἁπλῶς]] κατὰ χρονολογίαν (πρβλ. πραγματικὸς ΙΙ. 1), Πολύβ. 1. 1, 4., 1. 3, 1, Λουκ. Πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 13· Τρωϊκὴ [[πραγματεία]], ἡ περὶ τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, Ὑπόθ. εἰς Σοφ. Αἴαντα.
|elnltext=πραγματεία -ας, ἡ, Ion. πρηγματίη, poët. πραγματίη [πραγματεύομαι] bezigheid, activiteit:; ἀνθρώπων πραγματεῖαι menselijke bezigheden Plat. Resp. 500c; meestal met bep..; ἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. de bezigheid van de dialectiek Plat. Tht. 161e; τοῦ πολιτικοῦ πᾶσα ἡ πραγματεία περὶ πόλιν ( ἐστί ) de gehele activiteit van de staatsman heeft betrekking op de staat Aristot. Pol. 1274b37; rechtszaak:. τὰς μὲν ἐργασίας αὐτοῖς καθίστη κερδαλέας, τὰς δὲ πραγματείας ἐπιζημίους maak de arbeid voor hen winstgevend, maar rechtzaken nadelig Isocr. 2.18. onderzoek, studie:. τὴν... τοῦ ἐπιπέδου πραγματείαν γεωμετρίαν ἐτίθης jij noemde de bestudering van vlakken geometrie Plat. Resp. 528d; καὶ τούτων... ἐκέλευε φυλάττεσθαι τὴν μάταιον πραγματείαν en hij drong erop aan, te waken voor de zinloze studie daarvan Xen. Mem. 4.7.8; ἡ παροῦσα πραγματεία οὐ θεωρίας ἕνεκα ἐστιν het huidige onderzoek gaat niet om theoretische kennis Aristot. EN 1103b26; ἡ περὶ τοὺς μάρτυρας πραγματεία het onderzoek met betrekking tot getuigen Aristot. Rh. 1376b4. behandeling (van een onderwerp), verhandeling.
}}
{{elru
|elrutext='''πραγμᾰτεία:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> дело, занятие, работа, труд, тж. забота (δαπάνης [[μεγάλης]] καὶ πραγματείας εἶναι Dem.): τοῦ βίου πραγματεῖαι NT житейские заботы; πραγματεῖαι προστεταγμέναι κατὰ [[ψήφισμα]] Aeschin. занятия, порученные в порядке выборов, выборные должности;<br /><b class="num">2)</b> отрасль; область, раздел: ἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. Plat. диалектика; δημηγορικὴ π. Arst. риторическое искусство; ἄλλης ἐστὶ πραγματείας Arst. это относится к другому разделу;<br /><b class="num">3)</b> [[учение]] (ἡ τοῦ Πλάτωνος π. Arst.): ἡ τοῦ ἐπιπέδου π. Plat. учение о плоскости;<br /><b class="num">4)</b> [[изучение]], [[рассмотрение]]: περὶ τοὺς μάρτυρας [[πραγματεία]] Arst. рассмотрение свидетельских показаний; τοῦ [[εἰδέναι]] [[χάριν]] ἡ π. Arst. исследование в целях познания;<br /><b class="num">5)</b> (литературный) труд, исследование, трактат: [[τοῦτο]] ζητοῦμεν κατὰ τὴν προκειμένην πραγματείαν Arst. (именно) об этом идет речь в настоящем исследовании;<br /><b class="num">6)</b> [[историческое повествование]], [[история]] Polyb., Luc.;<br /><b class="num">7)</b> [[судебный процесс]] Isocr.
}}
}}
{{eles
{{eles
Line 34: Line 37:
|lsmtext='''πραγμᾰτεία:'''<b class="num">I.</b> προσεκτική [[εκπόνηση]], [[διεκπεραίωση]] μιας ασχολίας, [[επιμελής]] [[ενασχόληση]], επίπονη [[εργασία]], σε Πλάτ., Δημ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ενασχόληση]], [[επιχείρηση]], σε Πλάτ., Αισχίν.· στον πληθ., υποθέσεις, γενικά, συναλλαγές, σε Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">III.</b> [[διαπραγμάτευση]], [[χειρισμός]] μιας υπόθεσης, στον ίδ.· [[πραγματεία]], [[διατριβή]], σε Αριστ.· ιστορικό [[έργο]], [[συστηματική]] [[ιστορία]], σε Πολύβ., Λουκ.
|lsmtext='''πραγμᾰτεία:'''<b class="num">I.</b> προσεκτική [[εκπόνηση]], [[διεκπεραίωση]] μιας ασχολίας, [[επιμελής]] [[ενασχόληση]], επίπονη [[εργασία]], σε Πλάτ., Δημ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[ενασχόληση]], [[επιχείρηση]], σε Πλάτ., Αισχίν.· στον πληθ., υποθέσεις, γενικά, συναλλαγές, σε Πλάτ. κ.λπ.<br /><b class="num">III.</b> [[διαπραγμάτευση]], [[χειρισμός]] μιας υπόθεσης, στον ίδ.· [[πραγματεία]], [[διατριβή]], σε Αριστ.· ιστορικό [[έργο]], [[συστηματική]] [[ιστορία]], σε Πολύβ., Λουκ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''πραγμᾰτεία:''' ἡ<br /><b class="num">1)</b> дело, занятие, работа, труд, тж. забота (δαπάνης [[μεγάλης]] καὶ πραγματείας εἶναι Dem.): τοῦ βίου πραγματεῖαι NT житейские заботы; πραγματεῖαι προστεταγμέναι κατὰ [[ψήφισμα]] Aeschin. занятия, порученные в порядке выборов, выборные должности;<br /><b class="num">2)</b> отрасль; область, раздел: ἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. Plat. диалектика; δημηγορικὴ π. Arst. риторическое искусство; ἄλλης ἐστὶ πραγματείας Arst. это относится к другому разделу;<br /><b class="num">3)</b> [[учение]] (ἡ τοῦ Πλάτωνος π. Arst.): ἡ τοῦ ἐπιπέδου π. Plat. учение о плоскости;<br /><b class="num">4)</b> [[изучение]], [[рассмотрение]]: ἡ περὶ τοὺς μάρτυρας [[πραγματεία]] Arst. рассмотрение свидетельских показаний; τοῦ [[εἰδέναι]] [[χάριν]] ἡ π. Arst. исследование в целях познания;<br /><b class="num">5)</b> (литературный) труд, исследование, трактат: [[τοῦτο]] ζητοῦμεν κατὰ τὴν προκειμένην πραγματείαν Arst. (именно) об этом идет речь в настоящем исследовании;<br /><b class="num">6)</b> [[историческое повествование]], [[история]] Polyb., Luc.;<br /><b class="num">7)</b> [[судебный процесс]] Isocr.
|lstext='''πραγμᾰτεία''': , ([[πραγματεύομαι]]) ἡ μετ’ ἐπιμελείας ἐπιδίωξις ὑποθέσεώς τινος ἢ ἀσχολίας, ἐπιμελὴς [[σπουδή]], [[ἐπίπονος]] [[ἐργασία]], Ἰσοκρ. 11D, 83Ε, Πλάτ. Κρατ. 408Α, κ. ἀλλ., πρβλ. Stallb. εἰς Φαίδωνα 63Α· πόνων πολλῶν καὶ πραγματείας Δημ. 101. 22· πλέονος [[εἶναι]] πραγματείας Ἱππ. π. Ἀρχ. Ἰητρ. 10· ἡ [[μάταιος]] πρ. [λογισμῶν], ἡ ματαία αὕτη προσοχὴ καὶ ἐνασχόλησις εἰς συλλογισμούς, Ξεν. Ἀπομν. 4. 7, 8. ΙΙ. [[ἐπιχείρησις]], ἐνασχόλησις, [[ἀσχολία]], [[ἔργον]], ἡ πρ. [[αὐτοῦ]] ἅπασα. εἰς τοῦτο τελευτᾷ Πλάτ. Γοργ. 453Α· ἡ τοῦ διαλέγεσθαι πρ., ἡ εἰς τὴν διαλεκτικὴν ἐνασχόλησις, ὁ αὐτ. ἐν Θεσμ. 161Ε· τοῦ πολιτικοῦ... πᾶσα πρ. περὶ πόλιν [ἐστὶ] Ἀριστ. Πολιτικ. 3. 1, 1, πρβλ. Ἠθικ. Νικ. 2. 3, 10· ἡ δημηγορικὴ πρ., τὸ [[ἔργον]] τοῦ ῥήτορος, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 1, 10· τῆς ἀναισχύντου πρ. ἀποστῆναι Αἰσχίν. 88. 19· αἱ ἄλλαι πρ., ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸ ἀρχαί, ὁ αὐτ. 55. 38· ― [[πολυπραγμοσύνη]], [[ἀσχολία]] περὶ δίκας, κ.τ.τ., τὰς μὲν ἐργασίας αὐτοῖς καθίστη κερδαλέας. τὰς δὲ πραγματείας ἐπιζημίους Ἰσοκρ. 18C, 316D, 317E, 318C· ― ἐν τῷ πληθ., [[καθόλου]], ὑποθέσεις [[κάτω]] βλέπειν εἰς ἀνθρώπων πραγματείας Πλάτ. Πολ. 500C· πραγματειῶν μεθισταμένων Ἀντιφῶν 120. 14· ταραχαί, ἐνοχλήσεις, Δημ. 1412. 20· πρ. ἔχειν [[πρός]] τινα, ἔχειν ἀσχολίας..., Στράβ. 401. ΙΙΙ. ἡ [[πραγματεία]] ὑποθέσεώς τινος, ἡ τοῦ ἐπιπέδου πρ., ὡς ὁρισμὸς τῆς γεωμετρίας, Πλάτ. Πολ. 528D· ἡ Πλάτωνος πρ., τὸ τοῦ Πλάτωνος [[σύστημα]] [[δόγμα]], Ἀριστ. Μετὰ τὰ Φυσ. 1. 61, πρβλ. 1. 5, 3: ― [[ὡσαύτως]] ὁ [[τρόπος]] τοῦ πραγματεύεσθαι ὑπόθεσίν τινα, ὁ αὐτ. ἐν Ρητ. 1. 15, 21. 2) φιλοσοφικὴ [[πραγματεία]], ὁ αὐτ. ἐν Τοπ. 1. 1, 1., 1. 2, 1, κ. ἀλλ.· τοῦ εἰδέναι [[χάριν]] [[πραγματεία]] ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 2. 3, 1· ἡ παροῦσα πραγματείαν οὐ θεωρίας [[ἕνεκα]] ὁ αὐτ. ἐν Ἠθ. Νικ. 2. 2, 1· ― [[ὡσαύτως]] ἡ [[ὑπόθεσις]] τοιαύτης πραγματείας, [[τρεῖς]] αἱ πρ. ὁ αὐτ. ἐν Φυσ. 2. 7, 3, πρβλ. Σοφ. Ἔλεγχ. 33. 18, κ. ἀλλ. 3) ἱστορικὸν [[ἔργον]], συστηματικὴ [[ἱστορία]] ἐν ᾗ τὰ συμβάντα ἐκτίθενται [[ὁμοῦ]] ὡς αἴτια καὶ ἀποτελέσματα, οὐχὶ [[ἁπλῶς]] κατὰ χρονολογίαν (πρβλ. πραγματικὸς ΙΙ. 1), Πολύβ. 1. 1, 4., 1. 3, 1, Λουκ. Πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 13· Τρωϊκὴ [[πραγματεία]], ἡ περὶ τοῦ Τρωϊκοῦ πολέμου, Ὑπόθ. εἰς Σοφ. Αἴαντα.
}}
{{elnl
|elnltext=πραγματεία -ας, ἡ, Ion. πρηγματίη, poët. πραγματίη [πραγματεύομαι] bezigheid, activiteit:; ἀνθρώπων πραγματεῖαι menselijke bezigheden Plat. Resp. 500c; meestal met bep..; ἡ τοῦ διαλέγεσθαι π. de bezigheid van de dialectiek Plat. Tht. 161e; τοῦ πολιτικοῦ πᾶσα ἡ πραγματεία περὶ πόλιν ( ἐστί ) de gehele activiteit van de staatsman heeft betrekking op de staat Aristot. Pol. 1274b37; rechtszaak:. τὰς μὲν ἐργασίας αὐτοῖς καθίστη κερδαλέας, τὰς δὲ πραγματείας ἐπιζημίους maak de arbeid voor hen winstgevend, maar rechtzaken nadelig Isocr. 2.18. onderzoek, studie:. τὴν... τοῦ ἐπιπέδου πραγματείαν γεωμετρίαν ἐτίθης jij noemde de bestudering van vlakken geometrie Plat. Resp. 528d; καὶ τούτων... ἐκέλευε φυλάττεσθαι τὴν μάταιον πραγματείαν en hij drong erop aan, te waken voor de zinloze studie daarvan Xen. Mem. 4.7.8; ἡ παροῦσα πραγματεία οὐ θεωρίας ἕνεκα ἐστιν het huidige onderzoek gaat niet om theoretische kennis Aristot. EN 1103b26; ἡ περὶ τοὺς μάρτυρας πραγματεία het onderzoek met betrekking tot getuigen Aristot. Rh. 1376b4. behandeling (van een onderwerp), verhandeling.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj