σύγκλινος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2"
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0968.png Seite 968]] ὁ, = [[συγκλίτης]], Men. bei Poll. 6, 12.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0968.png Seite 968]] ὁ, = [[συγκλίτης]], Men. bei Poll. 6, 12.
}}
{{elru
|elrutext='''σύγκλινος:''' ὁ Men. = [[συγκλίτης]].
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 18: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[σύγκλινος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το σύγκλινο</i><br /><b>γεωλ.</b> [[πτύχωση]] μεγάλου [[εύρους]] σε [[σχήμα]] U που περικλείει τα νεώτερα πετρώματα στο [[κέντρο]] του σχηματισμού<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που κοιμάται στην [[ίδια]] [[κλίνη]] με άλλον<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που ξαπλώνει στο ίδιο [[ανάκλιντρο]] και συντρώγει με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κλινος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κλίνη]]), <b>πρβλ.</b> <i>ομό</i>-<i>κλινος</i>].
|mltxt=-η, -ο / [[σύγκλινος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>το ουδ. ως ουσ.</b> <i>το σύγκλινο</i><br /><b>γεωλ.</b> [[πτύχωση]] μεγάλου [[εύρους]] σε [[σχήμα]] U που περικλείει τα νεώτερα πετρώματα στο [[κέντρο]] του σχηματισμού<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που κοιμάται στην [[ίδια]] [[κλίνη]] με άλλον<br /><b>αρχ.</b><br />αυτός που ξαπλώνει στο ίδιο [[ανάκλιντρο]] και συντρώγει με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>κλινος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[κλίνη]]), <b>πρβλ.</b> <i>ομό</i>-<i>κλινος</i>].
}}
{{elru
|elrutext='''σύγκλινος:''' ὁ Men. = [[συγκλίτης]].
}}
}}