3,274,216
edits
mNo edit summary |
m (Text replacement - "(?s)({{trml.*}}\n)({{.*}}$)" to "$2 $1") Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(13 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=synesis | |Transliteration C=synesis | ||
|Beta Code=su/nesis | |Beta Code=su/nesis | ||
|Definition=Att. [[ξύνεσις]], εως, ἡ, ([[συνίημι]])<br><span class="bld">A</span> [[uniting]], [[union]], πέτρη τε ξύνεσίς τε δύω ποταμῶν Od.10.515 (with [[ξύνεσις]] metri gr.).<br><span class="bld">2</span> metaph., with allusion to foreg. signf. and signf. ''ΙΙ'', χωρὶς ἕκαστος εἰς τὸ φρονεῖν ἀσθενής, συμβάλλων δὲ εἰς ἓν πᾶς ἐν τῇ συνόδῳ καὶ τῇ ὡς ἀληθῶς συνέσει τὸ φρονεῖν ἐγέννησε καὶ εὗρε Plot.6.5.10.<br><span class="bld">II</span> [[faculty]] of [[quick]] [[comprehension]], [[mother-wit]], [[sagacity]], Democr.77, Th.2.62, 3.82, etc.; οἰκείᾳ ξυνέσει Id.1.138, cf. Pl.Cra.412a, Phlb. 19d, Arist.EN1143a17, D.18.127, Ev.Luc.2.47, Gal.6.457, etc.; hence of animals, ὃ [ζῷον] συνέσει . . ὑπερέχει τῶν ἄλλων Pl.Mx. 237d:—Phrases, ὅστις γε σύνεσιν ἔχει Hdt.2.5, 7.49; ἀρκεῖν ξυνέσει E.Tr.674; ξ. καὶ σοφία Id.HF655 (lyr.); φρόνησίς τε καὶ ξύνεσις Pl. Cra.411a; σύνεσιν [[λαβεῖν]], of children, Arist.EN1161b26; μοῖραν ἔχειν συνέσεως (αἰσθήσεως) Democr. ap. Thphr.Sens.71; also with qualifying words added, σύνεσις φρενῶν Pi.N.7.60; [[γνώμη]]ς ξύνεσις Th.1.75; σύνεσις πολιτική Arist.Pol.1291a28; ἡ περὶ τὴν [[διάνοια]]ν σύνεσις Id.HA588a23; ἡ ὑμετέρα σύνεσις as [[form]] of [[address]], Sammelb.7433.6 (v A.D.).<br><span class="bld">2</span> c. gen. objecti, [[intelligence]] in a thing, [[sagacity]] in [[respect]] to it, Pl.Cra. 412c, D.S.1.1; περὶ τῶν παρόντων Th.2.97.<br><span class="bld">III</span> [[conscience]] = [[συνείδησις]], ἡ σύνεσις (''[[sc.]]'' μ' ἀπόλλυσι) · ὅτι σύνοιδα δείν' εἰργασμένος E.Or. 396, cf. Men.632, Plb.18.43.13.<br><span class="bld">IV</span> a [[branch]] of [[art]] or [[science]], οἱ περὶ τὴν σύνεσιν ταύτην, i.e. [[music]], Arist.Pol.1342b8.<br><span class="bld">b</span> [[knowledge]], opp. [[ἄγνοια]], Id.de An.410b3.<br><span class="bld">V</span> [[decision]], [[decree]], IG5(1).1390.112 (Andania, i B.C.). (Plato (Cra.412a) derives σύνεσις ΙΙ from [[συνιέναι]] ([[σύνειμι]]) [[come together]], neglecting the unwritten aspiration (συνἱέναι); but the form and signfs. point to [[συνίημι]] ΙΙ, [[perceive]], [[apprehend]], cf. Arist.EN1143a17.) | |Definition=Att. [[ξύνεσις]], εως, ἡ, ([[συνίημι]])<br><span class="bld">A</span> [[uniting]], [[union]], πέτρη τε ξύνεσίς τε δύω ποταμῶν Od.10.515 (with [[ξύνεσις]] metri gr.).<br><span class="bld">2</span> metaph., with allusion to foreg. signf. and signf. ''ΙΙ'', χωρὶς ἕκαστος εἰς τὸ φρονεῖν ἀσθενής, συμβάλλων δὲ εἰς ἓν πᾶς ἐν τῇ συνόδῳ καὶ τῇ ὡς ἀληθῶς συνέσει τὸ φρονεῖν ἐγέννησε καὶ εὗρε Plot.6.5.10.<br><span class="bld">II</span> [[faculty]] of [[quick]] [[comprehension]], [[mother-wit]], [[sagacity]], Democr.77, Th.2.62, 3.82, etc.; οἰκείᾳ ξυνέσει Id.1.138, cf. Pl.Cra.412a, Phlb. 19d, Arist.EN1143a17, D.18.127, Ev.Luc.2.47, Gal.6.457, etc.; hence of animals, ὃ [ζῷον] συνέσει . . ὑπερέχει τῶν ἄλλων Pl.Mx. 237d:—Phrases, ὅστις γε σύνεσιν ἔχει Hdt.2.5, 7.49; ἀρκεῖν ξυνέσει E.Tr.674; ξ. καὶ σοφία Id.HF655 (lyr.); φρόνησίς τε καὶ ξύνεσις Pl. Cra.411a; σύνεσιν [[λαβεῖν]], of children, Arist.EN1161b26; μοῖραν ἔχειν συνέσεως (αἰσθήσεως) Democr. ap. Thphr.Sens.71; also with qualifying words added, σύνεσις φρενῶν Pi.N.7.60; [[γνώμη]]ς ξύνεσις Th.1.75; σύνεσις πολιτική Arist.Pol.1291a28; ἡ περὶ τὴν [[διάνοια]]ν σύνεσις Id.HA588a23; ἡ ὑμετέρα σύνεσις as [[form]] of [[address]], Sammelb.7433.6 (v A.D.).<br><span class="bld">2</span> c. gen. objecti, [[intelligence]] in a thing, [[sagacity]] in [[respect]] to it, Pl.Cra. 412c, [[Diodorus Siculus|D.S.]]1.1; περὶ τῶν παρόντων Th.2.97.<br><span class="bld">III</span> [[conscience]] = [[συνείδησις]], ἡ σύνεσις (''[[sc.]]'' μ' ἀπόλλυσι) · ὅτι σύνοιδα δείν' εἰργασμένος E.Or. 396, cf. Men.632, Plb.18.43.13.<br><span class="bld">IV</span> a [[branch]] of [[art]] or [[science]], οἱ περὶ τὴν σύνεσιν ταύτην, i.e. [[music]], Arist.Pol.1342b8.<br><span class="bld">b</span> [[knowledge]], opp. [[ἄγνοια]], Id.de An.410b3.<br><span class="bld">V</span> [[decision]], [[decree]], IG5(1).1390.112 (Andania, i B.C.). (Plato (Cra.412a) derives σύνεσις ΙΙ from [[συνιέναι]] ([[σύνειμι]]) [[come together]], neglecting the unwritten aspiration (συνἱέναι); but the form and signfs. point to [[συνίημι]] ΙΙ, [[perceive]], [[apprehend]], cf. Arist.EN1143a17.) | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> rencontre, jonction (de deux fleuves);<br /><b>2</b> <i>fig.</i> compréhension, intelligence.<br />'''Étymologie:''' [[συνίημι]]. | |btext=εως (ἡ) :<br /><b>1</b> rencontre, jonction (de deux fleuves);<br /><b>2</b> <i>fig.</i> [[compréhension]], [[intelligence]].<br />'''Étymologie:''' [[συνίημι]]. | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl | ||
|elnltext=σύνεσις -εως, ἡ, ep. en Att. ook ξύνεσις [συνίεμαι ( συνίημι )] samenvloeiing. Od. 10.515. begrip, inzicht, verstand, intelligentie:; σύνεσιν ἔχειν inzicht hebben Hdt.; ξυνέσει … ἄχρηστον ( ἔφυ ) (het dier) maakt (van nature) geen gebruik van verstand Eur. Tr. 672; σύνεσιν ἢ αἴσθησιν λαβόντα wanneer ze begrip of waarneming hebben gekregen Aristot. EN 1161b26; met gen. subj..; γνώμης ξ. de verstandigheid van onze beslissing Thuc. 1.75.1; met gen. obj..; ἡ τοῦ δικαίου σύνεσις het inzicht in wat rechtvaardig is Plat. Crat. 412c; concreet tak van kennis, wetenschap. Aristot. Pol. 1342b8. | |elnltext=σύνεσις -εως, ἡ, ep. en Att. ook ξύνεσις [συνίεμαι (συνίημι)] samenvloeiing. Od. 10.515. begrip, inzicht, verstand, intelligentie:; σύνεσιν ἔχειν inzicht hebben Hdt.; ξυνέσει … ἄχρηστον (ἔφυ) (het dier) maakt (van nature) geen gebruik van verstand Eur. Tr. 672; σύνεσιν ἢ αἴσθησιν λαβόντα wanneer ze begrip of waarneming hebben gekregen Aristot. EN 1161b26; met gen. subj..; γνώμης ξ. de verstandigheid van onze beslissing Thuc. 1.75.1; met gen. obj..; ἡ τοῦ δικαίου σύνεσις het inzicht in wat rechtvaardig is Plat. Crat. 412c; concreet tak van kennis, wetenschap. Aristot. Pol. 1342b8. | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
Line 23: | Line 23: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[σύνεσις]], -έσεως, ΝΜΑ, και [[ξύνεσις]] Α [[συνίημι]]<br />[[φρόνηση]], [[περίσκεψη]], [[σωφροσύνη]] βασισμένη στη σωστή [[κρίση]] (α. «στην [[αντιμετώπιση]] κρίσιμων προβλημάτων έδειξε [[σύνεση]] και [[αποφασιστικότητα]]» β. «[[σύνεσις]] [[πολιτική]]», <b>Αριστοτ.</b><br />γ. «[[σύνεσις]] φρενῶν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[σχήμα]] [[κατά]] σύνεσιν» — το [[σχήμα]] [[κατά]] το νοούμενον, [[κατά]] το οποίο η [[συμφωνία]] όρου μιας πρότασης με άλλον όρο γίνεται με [[βάση]] αυτό που δηλώνει και όχι με τον γραμματικό του τύπο<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ικανότητα]], [[δεξιότητα]] («γενναῖος [[παλαιστής]], [[μέγας]] ὤν τῇ συνέσει καὶ τῇ ἀνδρείᾳ», Αθανασ.)<br /><b>2.</b> [[έννοια]], [[σημασία]] («ἐπὶ τῷ [[γνῶναι]] καὶ ὑμῦς τοῦ μυστηρίου τὴν σύνεσιν», Θεόδ. Μοψ.)<br /><b>3.</b> [[ένστικτο]] («τὴν ἐν αὐτοῖς τοῖς ζῴοις δεδομένην σύνεσιν πρὸς τὸ γεννᾱν καὶ ἐκτρέφειν» Θεοφρ. Αντ.)<br /><b>4.</b> [[απόφαση]] («[[κατά]] γε τὴν τοῦ λαοῦ καὶ τῆς ἡμετέρας προαιρέσεως σύνεσίν τε καὶ βούλησιν», Ευσ.)<br /><b>5.</b> [[συγκατάθεση]]<br /><b>6.</b> <b>γραμμ.</b> [[υπόταξη]], [[συνδυασμός]] προτάσεων<br /><b>7.</b> (ως τιμητική [[προσφώνηση]]) η [[σωφροσύνη]] σου («τὰ γραφέντα [[παρά]] τῆς ὑμετέρας συνέσεως», Ευσ.)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />η αντιληπτική [[ικανότητα]], η ευφυΐα, το να κατανοεί εύκολα [[κανείς]] [[κάτι]] σε [[αντιδιαστολή]] [[πρός]] τη [[σοφία]], τη [[γνώση]] της αλήθειας (α. «σοφίας μὲν γὰρ πνεῦμα Σολομῶν ἔσχε, συνέσεως δὲ καὶ [[βουλῆς]] Δανιήλ», Ιουστίν.<br />β. «ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν καταργήσω», ΠΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για ποταμούς ή γραμμές) [[συνάντηση]], [[συμβολή]]<br /><b>2.</b> η [[συνείδηση]] («οὐδεὶς [[οὕτως]] [[οὔτε]] [[μάρτυς]] ἐστὶ φοβερὸς [[οὔτε]] [[κατήγορος]] δεινὸς ὡς ἡ [[σύνεσις]] ἡ ἐγκατοικοῦσα ταῖς ἑκάστων | |mltxt=η / [[σύνεσις]], -έσεως, ΝΜΑ, και [[ξύνεσις]] Α [[συνίημι]]<br />[[φρόνηση]], [[περίσκεψη]], [[σωφροσύνη]] βασισμένη στη σωστή [[κρίση]] (α. «στην [[αντιμετώπιση]] κρίσιμων προβλημάτων έδειξε [[σύνεση]] και [[αποφασιστικότητα]]»<br /><b>Συνώνυμα:</b> [[γνώση]], [[γνωστικάδα]], [[επιγνωμοσύνη]], [[ευβουλία]], [[ευθυκρισία]], [[ευκρισία]], [[εχεφροσύνη]], [[κρίση]], [[λογική]], [[μυαλό]], [[μυαλοσύνη]], [[νουνέχεια]], [[ορθή κρίση]], [[ορθοβουλία]], [[ορθοκρισία]], [[ορθοφροσύνη]], [[περίνοια]], [[σωφροσύνη]], [[φρόνηση]], [[φρονιμάδα]], [[φρονιμότητα]].<br />β. «[[σύνεσις]] [[πολιτική]]», <b>Αριστοτ.</b><br />γ. «[[σύνεσις]] φρενῶν», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>φρ.</b> «[[σχήμα]] [[κατά]] σύνεσιν» — το [[σχήμα]] [[κατά]] το νοούμενον, [[κατά]] το οποίο η [[συμφωνία]] όρου μιας πρότασης με άλλον όρο γίνεται με [[βάση]] αυτό που δηλώνει και όχι με τον γραμματικό του τύπο<br /><b>μσν.</b><br /><b>1.</b> [[ικανότητα]], [[δεξιότητα]] («γενναῖος [[παλαιστής]], [[μέγας]] ὤν τῇ συνέσει καὶ τῇ ἀνδρείᾳ», Αθανασ.)<br /><b>2.</b> [[έννοια]], [[σημασία]] («ἐπὶ τῷ [[γνῶναι]] καὶ ὑμῦς τοῦ μυστηρίου τὴν σύνεσιν», Θεόδ. Μοψ.)<br /><b>3.</b> [[ένστικτο]] («τὴν ἐν αὐτοῖς τοῖς ζῴοις δεδομένην σύνεσιν πρὸς τὸ γεννᾱν καὶ ἐκτρέφειν» Θεοφρ. Αντ.)<br /><b>4.</b> [[απόφαση]] («[[κατά]] γε τὴν τοῦ λαοῦ καὶ τῆς ἡμετέρας προαιρέσεως σύνεσίν τε καὶ βούλησιν», Ευσ.)<br /><b>5.</b> [[συγκατάθεση]]<br /><b>6.</b> <b>γραμμ.</b> [[υπόταξη]], [[συνδυασμός]] προτάσεων<br /><b>7.</b> (ως τιμητική [[προσφώνηση]]) η [[σωφροσύνη]] σου («τὰ γραφέντα [[παρά]] τῆς ὑμετέρας συνέσεως», Ευσ.)<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />η αντιληπτική [[ικανότητα]], η ευφυΐα, το να κατανοεί εύκολα [[κανείς]] [[κάτι]] σε [[αντιδιαστολή]] [[πρός]] τη [[σοφία]], τη [[γνώση]] της αλήθειας (α. «σοφίας μὲν γὰρ πνεῦμα Σολομῶν ἔσχε, συνέσεως δὲ καὶ [[βουλῆς]] Δανιήλ», Ιουστίν.<br />β. «ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν καταργήσω», ΠΔ)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> (για ποταμούς ή γραμμές) [[συνάντηση]], [[συμβολή]]<br /><b>2.</b> η [[συνείδηση]] («οὐδεὶς [[οὕτως]] [[οὔτε]] [[μάρτυς]] ἐστὶ φοβερὸς [[οὔτε]] [[κατήγορος]] δεινὸς ὡς ἡ [[σύνεσις]] ἡ ἐγκατοικοῦσα ταῖς ἑκάστων ψυχαῖς», Πολύβ.)<br /><b>3.</b> η [[γνώση]], σε [[αντιδιαστολή]] [[προς]] την [[άγνοια]]<br /><b>4.</b> [[κλάδος]] τέχνης ή επιστήμης<br /><b>5.</b> [[αναφορά]], [[έκθεση]]. | ||
}} | }} | ||
{{Autenrieth | {{Autenrieth | ||
|auten=([[ἵημι]]): conflux, Od. 10.515†. | |auten=([[ἵημι]]): [[conflux]], Od. 10.515†. | ||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
Line 44: | Line 44: | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[σύνεσις]], | |mdlsjtxt=[[σύνεσις]], Attic [[ξύνεσις]], εως [[σύνειμι]] ([[εἶμι]] ibo), σύνιημι]<br /><b class="num">I.</b> ([[εἶμι]] ibo) a [[coming]] [[together]], [[union]], [[ξύνεσις]] δύω ποταμῶν Od.<br /><b class="num">II.</b> (συνίημἰ [[quick]] [[comprehension]], [[mother]]-wit, [[intelligence]], [[sagacity]], Thuc.; of animals, Plat.<br /><b class="num">2.</b> c. gen. rei, [[intelligence]] in a [[thing]], [[sagacity]] in [[respect]] to it, Plat.; [[περί]] τινος Thuc.<br /><b class="num">III.</b> [[conscience]], = [[συνείδησις]], Eur.<br /><b class="num">IV.</b> a [[branch]] of art or [[science]], Arist. | ||
}} | }} | ||
{{Chinese | {{Chinese | ||
Line 59: | Line 59: | ||
{{mantoulidis | {{mantoulidis | ||
|mantxt=(=[[ἐξυπνάδα]]). Ἀπό τό [[συνίημι]] (=[[κατανοῶ]]) → σύν + [[ἵημι]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα. | |mantxt=(=[[ἐξυπνάδα]]). Ἀπό τό [[συνίημι]] (=[[κατανοῶ]]) → σύν + [[ἵημι]], ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα. | ||
}} | |||
{{lxth | |||
|lthtxt=''[[consilium]], [[prudentia]]'', [[wisdom]], [[prudence]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.75.1/ 1.75.1], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.138.3/ 1.138.3], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.140.1/ 1.140.1], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:2.62.5/ 2.62.5], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:2.97.6/ 2.97.6], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:3.37.4/ 3.37.4], [<i>vulgo additur</i> <i>commonly added</i> ἐξ] [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:Thuc.%203.37.5/ 3.37.5], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:3.82.7/ 3.82.7], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.18.5/ 4.18.5], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.81.2/ 4.81.2], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:4.85.6/ 4.85.6], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.54.5/ 6.54.5], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:6.72.2/ 6.72.2]. | |||
}} | }} | ||
{{trml | {{trml | ||
Line 67: | Line 70: | ||
===[[conscience]]=== | ===[[conscience]]=== | ||
Afrikaans: gewete; Albanian: ndërgjegje; Amharic: ህሊና; Arabic: ضَمِير, طَوِيَّة, وِجْدَان; Armenian: խիղճ; Azerbaijani: vicdan, insaf; Belarusian: совесць, сумленне; Bengali: বিবেক; Bulgarian: съ́вест; Burmese: အသိတရား; Catalan: consciència; Chinese Mandarin: 良心, 天良; Czech: svědomí; Danish: samvittighed; Dutch: [[geweten]], [[gewisse]]; Estonian: südametunnistus, süüme; Faroese: samvitska; Finnish: omatunto; French: [[conscience]]; Friulian: cusience, cušience; Galician: conciencia; Georgian: ნამუსი, სინდისი; German: [[Gewissen]]; Greek: [[συνείδηση]]; Ancient Greek: [[συνείδησις]]; Hebrew: מַצְפּוּן; Hindi: विवेक, अन्तरात्मा, ज़मीर; Hungarian: lelkiismeret; Icelandic: samviska; Ido: koncienco; Indonesian: hati nurani; Irish: coinsias; Old Irish: cocubus; Italian: [[coscienza]]; Japanese: 良心; Kazakh: намыс, ұят, ұждан, ождан, ар, ар-ождан; Khmer: មនសិការ; Korean: 양심(良心), 량심(良心); Kyrgyz: уят, намыс, ынсап, ыйман; Lao: ມະໂນທັມ; Latin: [[conscientia]]; Latvian: sirdsapziņa; Lithuanian: są́žinė; Macedonian: совест; Malay: kesedaran; Malayalam: മനസ്സാക്ഷി; Maltese: kuxjenza; Maori: ngākau manako, ngākau whakawā; Mongolian Cyrillic: ухамсар; Northern Altai: ыйат; Norwegian Bokmål: samvittighet; Occitan: consciéncia; Old Church Slavonic Cyrillic: съвѣсть; Old English: inġehyġd, inġeþōht; Old Norse: samvizka; Pashto: وجدان, ضمير; Persian: وجدان, ضمیر; Polish: sumienie; Old Polish: sąmnienie; Portuguese: [[consciência]]; Romanian: conștiință; Russian: [[совесть]]; Sanskrit: मनस्साक्षिन्, अन्तःकरण; Scottish Gaelic: cogais; Serbo-Croatian Cyrillic: савест, савјест; Roman: sávest, sávjest; Slovak: svedomie; Slovene: vest; Southern Altai: уят, ынсап, выјдан, намыс; Spanish: [[conciencia]]; Swahili: dhamiri; Swedish: samvete; Tagalog: budhi; Tajik: виҷдон; Tatar: вөҗдан; Telugu: అంతరాత్; Thai: สำนึก, มโนธรรม; Turkish: vicdan; Turkmen: wyjdan, ynsap; Ukrainian: совість, сумлі́ння; Urdu: ضَمیر; Uyghur: وجدان; Uzbek: vijdon, insof; Vietnamese: lương tâm; Westrobothnian: mevetan; Yiddish: געוויסן | Afrikaans: gewete; Albanian: ndërgjegje; Amharic: ህሊና; Arabic: ضَمِير, طَوِيَّة, وِجْدَان; Armenian: խիղճ; Azerbaijani: vicdan, insaf; Belarusian: совесць, сумленне; Bengali: বিবেক; Bulgarian: съ́вест; Burmese: အသိတရား; Catalan: consciència; Chinese Mandarin: 良心, 天良; Czech: svědomí; Danish: samvittighed; Dutch: [[geweten]], [[gewisse]]; Estonian: südametunnistus, süüme; Faroese: samvitska; Finnish: omatunto; French: [[conscience]]; Friulian: cusience, cušience; Galician: conciencia; Georgian: ნამუსი, სინდისი; German: [[Gewissen]]; Greek: [[συνείδηση]]; Ancient Greek: [[συνείδησις]]; Hebrew: מַצְפּוּן; Hindi: विवेक, अन्तरात्मा, ज़मीर; Hungarian: lelkiismeret; Icelandic: samviska; Ido: koncienco; Indonesian: hati nurani; Irish: coinsias; Old Irish: cocubus; Italian: [[coscienza]]; Japanese: 良心; Kazakh: намыс, ұят, ұждан, ождан, ар, ар-ождан; Khmer: មនសិការ; Korean: 양심(良心), 량심(良心); Kyrgyz: уят, намыс, ынсап, ыйман; Lao: ມະໂນທັມ; Latin: [[conscientia]]; Latvian: sirdsapziņa; Lithuanian: są́žinė; Macedonian: совест; Malay: kesedaran; Malayalam: മനസ്സാക്ഷി; Maltese: kuxjenza; Maori: ngākau manako, ngākau whakawā; Mongolian Cyrillic: ухамсар; Northern Altai: ыйат; Norwegian Bokmål: samvittighet; Occitan: consciéncia; Old Church Slavonic Cyrillic: съвѣсть; Old English: inġehyġd, inġeþōht; Old Norse: samvizka; Pashto: وجدان, ضمير; Persian: وجدان, ضمیر; Polish: sumienie; Old Polish: sąmnienie; Portuguese: [[consciência]]; Romanian: conștiință; Russian: [[совесть]]; Sanskrit: मनस्साक्षिन्, अन्तःकरण; Scottish Gaelic: cogais; Serbo-Croatian Cyrillic: савест, савјест; Roman: sávest, sávjest; Slovak: svedomie; Slovene: vest; Southern Altai: уят, ынсап, выјдан, намыс; Spanish: [[conciencia]]; Swahili: dhamiri; Swedish: samvete; Tagalog: budhi; Tajik: виҷдон; Tatar: вөҗдан; Telugu: అంతరాత్; Thai: สำนึก, มโนธรรม; Turkish: vicdan; Turkmen: wyjdan, ynsap; Ukrainian: совість, сумлі́ння; Urdu: ضَمیر; Uyghur: وجدان; Uzbek: vijdon, insof; Vietnamese: lương tâm; Westrobothnian: mevetan; Yiddish: געוויסן | ||
===[[intelligence]]=== | |||
Albanian: zbulimit; Arabic: ذَكَاء, عَقْل; Aragonese: intelichencia; Armenian: բանականություն, խելք; Assamese: বুদ্ধি, মন; Asturian: intelixencia; Azerbaijani: ağıl; Bashkir: аҡыл; Belarusian: інтэлект, розум; Bengali: বুদ্ধি; Bulgarian: ум, интелект, разсъ́дък, акъ́л, ум; Catalan: intel·ligència, seny, llestesa; Chinese Mandarin: 心智, 智力; Czech: inteligence, intelekt, rozum; Danish: intelligens; Dutch: [[intelligentie]]; Esperanto: inteligenteco; Estonian: arukus; Faroese: vit; Finnish: äly, älykkyys; French: [[intelligence]]; Galician: intelixencia; Georgian: ჭკუა, ინტელექტი, გონებრივი შესაძლებლობები; German: [[Intelligenz]], [[Klugheit]]; Greek: [[νοημοσύνη]]; Ancient Greek: [[ἀγχίνοια]], [[αἴσθησις]], [[γνώμη]], [[γνωμοσύνη]], [[διάνοια]], [[ἔννοια]], [[ἐπίνοια]], [[μῆτις]], [[νοῦς]], [[περίνοια]], [[πινυτή]], [[πραπίς]], [[σοφία]], [[σύνεσις]], [[τὸ συνετόν]], [[φρήν]], [[φρόνησις]]; Hausa: fahami; Hebrew: אִינְטֶלִיגֶנְצְיָה, תּבוּנָה; Hindi: बुद्धि, अक़्ल; Hungarian: intelligencia; Icelandic: greind; Ido: inteligenteso; Irish: meabhair, éirimiúlacht; Italian: [[intelligenza]]; Japanese: 知性; Kashmiri: عَقٕل, بۄد, گاٹہٕ; Kazakh: ақыл; Korean: 지혜(智慧), 이해력(理解力), 지성(知性); Kurdish Northern Kurdish: fehm; Kyrgyz: акыл; Latin: [[ingenium]], [[intelligentia]]; Latvian: saprāts, gudrība; Lithuanian: inteligencija; Macedonian: интелигенција, акал, ум; Malay: kecerdasan; Mongolian Cyrillic: оюун ухаан; Norwegian Bokmål: intelligens; Nynorsk: intelligens; Old Church Slavonic Cyrillic: разумъ, у̑м; Old East Slavic: *розумъ; Old English: orþanc; Persian: هوش, عقل; Polish: inteligencja, intelekt, rozum, um; Portuguese: [[inteligência]]; Romanian: inteligență, judecată; Russian: [[интеллект]], [[интеллигентность]], [[разум]], [[рассудок]], [[ум]]; Sanskrit: प्रज्ञा, मनस्, क्रतु; Serbo-Croatian Cyrillic: интелигѐнција, у̑м; Roman: inteligèncija, ȗm; Slovak: inteligencia, intelekt, um, rozum; Slovene: inteligenca; Spanish: [[inteligencia]]; Swedish: intelligens; Tagalog: katalinuhan, talino; Tajik: ҳӯш, ақл, зеҳн; Tatar: акыл; Telugu: మేధస్సు; Thai: ปรีชา, เมธา, สมอง; Turkish: zekâ, akıl, anlayış; Turkmen: akyl; Ukrainian: інтелект, розум; Urdu: عقل; Uyghur: ئەقىل; Uzbek: aql; Vietnamese: trí tuệ, trí thông minh, trí năng; Welsh: dealltwriaeth; Yiddish: שׂכל; Zazaki: aqil, fam | |||
===[[decree]]=== | |||
Arabic: أَمْر, مَرْسُوم; Armenian: պատգամ; Old Armenian: հրովարտակ; Azerbaijani: göstəriş, fərman, dekret; Bashkir: фарман; Belarusian: указ, дэкрэт, пастанова; Bulgarian: декрет, указ; Chinese Mandarin: 法令, 上諭, 上谕, 詔書, 诏书; Czech: dekret; Danish: dekret, forordning; Esperanto: dekreto; Finnish: asetus, määräys, dekreetti; French: [[décret]]; Galician: decreto; Georgian: ბრძანებულება; German: [[Erlass]], [[Dekret]], [[Verordnung]]; Gothic: 𐌲𐌰𐌲𐍂𐌴𐍆𐍄𐍃; Ancient Greek: [[ἅδος]], [[ἀκρίβασμα]], [[ἁλίασμα]], [[ἀξίωμα]], [[βόλλα]], [[βουλή]], [[βωλά]], [[δέκρετον]], [[δέσποσμα]], [[διαβούλιον]], [[διαγνώμη]], [[διάταξις]], [[δικαίωμα]], [[δόγμα]], [[ἐπίκριμα]], [[ἦδος]], [[θέσπισμα]], [[κατάστασις]], [[κρίμα]], [[κρῖμα]], [[ὁρισμός]], [[πρόσταγμα]], [[ῥήτρα]], [[σύγκριμα]], [[σύνεσις]], [[συντομή]], [[ὑπομνηματισμός]], [[χρηματισμός]], [[ψᾶφαξ]], [[ψάφιγμα]], [[ψᾶφος]], [[ψήφισμα]], [[ψῆφος]], [[ψηφοφορία]]; Hindi: न्यायिक आदेश, आज्ञा, डिक्री; Hungarian: rendelet, dekrétum; Indonesian: dekret, titah; Irish: acht; Italian: [[decreto]], [[ordinanza]]; Japanese: 命令, 詔書, 詔勅; Korean: 법령(法令), 칙령(勅令); Latin: [[edictum]], [[decretum]], [[iussio]]; Macedonian: декрет; Malay: dekri; Norwegian Bokmål: forordning; Nynorsk: forordning; Persian: فرمان; Polish: dekret; Portuguese: [[decreto]]; Romanian: decret; Russian: [[указ]], [[декрет]], [[постановление]]; Slovak: dekrét; Spanish: [[decreto]]; Swedish: dekret, förordning; Turkish: genelge, sirküler, kararname; Ukrainian: указ, декрет, постанова; Zazaki: qanunname, ferman | |||
}} | }} |