δεῦκος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br"
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1.<br")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />douceur.<br />'''Étymologie:''' cf. [[δευκής]].
|btext=<i>ion.</i> -εος, <i>att.</i> -ους (τό) :<br />[[douceur]].<br />'''Étymologie:''' cf. [[δευκής]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=δεῡκος (-ους), το (Α)<br />το [[γλεύκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για λ. πλασμένη από τους Σχολιαστές (<b>βλ.</b> και λ. [[αδευκής]]), [[παράλληλος]] τ. του [[δευκής]].
|mltxt=δεῡκος (-ους), το (Α)<br />το [[γλεύκος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Πρόκειται πιθ. για λ. πλασμένη από τους Σχολιαστές (<b>βλ.</b> και λ. [[αδευκής]]), [[παράλληλος]] τ. του [[δευκής]].
}}
}}