πρόγονος: Difference between revisions

m
Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]"
m (Text replacement - "f. l." to "f.l.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. ]")
Line 35: Line 35:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ο / [[πρόγονος]], -ον, ΝΜΑ, μτγν. τ. ουσ. [[πρόγονος]], ὁ, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που προϋπήρξε, αυτός από τον οποίο κατάγεται [[κάποιος]], [[προπάτωρ]] («πατρὸς σου [[πρόγονος]] [[πατήρ]]», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>οι πρόγονοι</i><br />οι προπάτορες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως επίθ.</b> α) αυτός που γεννήθηκε πρώιμα<br />β) αυτός που γεννήθηκε [[πρώτος]], [[πρωτότοκος]]<br />γ) ο πολύ [[παλαιός]], αρχαιότατος<br />δ) ο [[προγονικός]] («ἰὼ πόνοι προγόνων πόνων», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.</b>) <i>ὁ</i>, ἡ [[πρόγονος]]<br />ο [[προγονός]]<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <b>μτφ.</b> α) οι ιδρυτές, οι θεμελιωτές μιας σχολής<br />β) θεοί ή ήρωες αρχηγέτες μιας γενεάς<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «τὸν πρόγονον τῆς ἐμαυτοῦ σοφίας» — η προγονική [[σοφία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]]), <b>πρβλ.</b> <i>από</i>-<i>γονος</i>].
|mltxt=ο / [[πρόγονος]], -ον, ΝΜΑ, μτγν. τ. ουσ. [[πρόγονος]], ὁ, ἡ, Α<br /><b>1.</b> αυτός που προϋπήρξε, αυτός από τον οποίο κατάγεται [[κάποιος]], [[προπάτωρ]] («πατρὸς σου [[πρόγονος]] [[πατήρ]]», <b>Ευρ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>οι πρόγονοι</i><br />οι προπάτορες<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως επίθ.</b> α) αυτός που γεννήθηκε πρώιμα<br />β) αυτός που γεννήθηκε [[πρώτος]], [[πρωτότοκος]]<br />γ) ο πολύ [[παλαιός]], αρχαιότατος<br />δ) ο [[προγονικός]] («ἰὼ πόνοι προγόνων πόνων», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (<b>το αρσ. και το θηλ. ως ουσ.</b>) <i>ὁ</i>, ἡ [[πρόγονος]]<br />ο [[προγονός]]<br /><b>3.</b> (<b>το αρσ. πληθ. ως ουσ.</b>) <b>μτφ.</b> α) οι ιδρυτές, οι θεμελιωτές μιας σχολής<br />β) θεοί ή ήρωες αρχηγέτες μιας γενεάς<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «τὸν πρόγονον τῆς ἐμαυτοῦ σοφίας» — η προγονική [[σοφία]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>προ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γονος</i> (<span style="color: red;"><</span> [[γόνος]] <span style="color: red;"><</span> [[γίγνομαι]]), [[πρβλ]]. [[απόγονος]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm