3,274,408
edits
Tag: Undo |
mNo edit summary |
||
Line 38: | Line 38: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ΝΜΑ, και (ε)τότες και (ε)[[τότενες]] Ν, και δωρ. τ. [[τόκα]] και αιολ. τ. τότα και [[τύτε]] Α<br /><b>1.</b> (συσχετικό [[προς]] το [[πότε]], [[οπότε]], | |mltxt=ΝΜΑ, και (ε)τότες και (ε)[[τότενες]] Ν, και δωρ. τ. [[τόκα]] και αιολ. τ. τότα και [[τύτε]] Α<br /><b>1.</b> (συσχετικό [[προς]] το [[πότε]], [[οπότε]], ὅτε) σ' εκείνο το [[χρονικό]] [[σημείο]] του παρελθόντος ή του μέλλοντος, σ' [[εκείνη]] την [[περίσταση]] (α. «κι οι αντρειωμένοι πήρανε τότες [[χαρά]] [[μεγάλη]]», <b>Ερωτόκρ.</b><br />β. «όταν έλθει, [[τότε]] θα του μιλήσω ανοιχτά» γ. «νῦν σφε προσαυδᾷς, τότ' ἀπωσάμενος», <b>Ευρ.</b><br />δ. «λέξεις καὶ [[τότε]] [[εἴσομαι]]», <b>Σοφ.</b>)<br /><b>2.</b> (ως συμπερ.) σε τέτοια [[περίπτωση]], [[λοιπόν]] (α. «[[αφού]] δεν δέχεσαι, [[τότε]] θ' αλλάξω κι εγώ [[τακτική]]» β. «αν δεν μέ χρειάζεσαι, [[τότε]] να φύγω» γ. «ἀλλ' [[ὅμως]] δίκαιον [[τότε]] τούτοις, τοὺς μὲν πονηροὺς ὠφελεῖν, τοὺς δὲ ἀγαθοὺς βλάπτειν», <b>Πλάτ.</b>)<br /><b>3.</b> (με έναρθρο ουσ.) αυτός που ήταν εκείνον τον χρόνο, αυτός που υπήρχε [[εκείνη]] τη χρονική περίοδο ή [[στιγμή]] (α. «ο [[τότε]] [[πρωθυπουργός]] αρνήθηκε κατηγορηματικά» β. «ὁ [[τότε]] [[κόσμος]]», ΚΔ<br />γ. «οἱ τότ' ἐόντες ἀοιδοί», <b>Πίνδ.</b>)<br /><b>4.</b> (με τις προθέσεις εκ και από) [[έκτοτε]], από [[τότε]] και [[ἔκτοτε]] ή ἐκ [[τότε]] και ἀπὸ [[τότε]]<br />από εκείνο το [[χρονικό]] [[σημείο]] και ύστερα, από [[εκείνη]] τη χρονική [[στιγμή]] και [[μετά]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>παροιμ.</b> «[[ετότες]] ήταν οι καβούροι χλωροί» — λέγεται για ευτυχισμένη [[εποχή]] που έχει [[πλέον]] περάσει<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[ευθύς]] ως, [[αμέσως]] [[μόλις]] («καὶ [[τότε]] τοὺς χρόνους ἀναμείνασα τοὺς ἐκ τῶν νόμων», <b>Δημοσθ.</b>)<br /><b>2.</b> (με άλλα μόρια ως επιδοτικό) α) καὶ [[τότε]]<br />[[ακόμη]] και [[τότε]]<br />β) [[τότε]] δ' ἤδη<br />[[τότε]] [[πλέον]]<br />γ) ἀλλὰ τότ' ἤδη<br />[[τότε]] επιτέλους<br /><b>3.</b> (σε [[απόδοση]]) ανταποκρίνεται με τα ὅτε, [[ὅταν]], [[ὁππότε]], οππότεκεν, εἰ, [[ἐπεί]] κε κ.ά. (α. «[[τότε]] δωρεῖθ', ὅτ' οὐδὲ ἡ [[χάρις]] [[χάριν]] φέροι», <b>Σοφ.</b><br />β. «[[ὅταν]] δὲ τεύχῃ [[Ζεύς]]... [[οἶνον]], τότ' ἤδη ψῡχος», <b>Αισχύλ.</b>)<br /><b>4.</b> <b>φρ.</b> «εἰς [[τότε]]» — ώς εκείνο το [[χρονικό]] [[σημείο]] (<b>Πλάτ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Το επίρρ. το-τε, συσχετικό τών ὅτε, [[ὁπότε]], [[πότε]], έχει σχηματιστεί από το θ. του οριστικού άρθρου (<b>πρβλ.</b> [[IE]] tod <span style="color: red;"><</span> [[ρίζα]] το-, τα-, τιο-, <b>βλ. λ.</b> ο, η, το) με [[επίθημα]] -te (<b>βλ. λ.</b> ότε [Ι])]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |