φόρμιγξ: Difference between revisions

6_12
(13_7_1)
(6_12)
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1300.png Seite 1300]] ιγγος, ἡ (nach den Alten von [[φορέω]], die Tragbare, ἡ τοῖς ὤμοις φερομένη [[κιθάρα]]), eine Art Cither, unserer Harfe ähnlich, das älteste Saiteninstrument der griechischen Sänger; oft bei Hom., bei dem sie vorzugsweise das Instrument des Apollo ist, Il. 1, 603. 24, 63; vgl. Hes. Sc. 203; auch Achilles spielt sie, φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ, καλῇ, δαιδαλέῃ, Il. 9, 186; neben αὐλοί genannt 18, 495; φόρμιγγι λιγείῃ ἱμερόεν κιθάριζε 569; die Sänger beim Mahle spielen auf ihr, Od. 8, 67 u. öfter; dah. ἣ δαιτὶ συνήορός ἐστι 99, ἣν ἄρα δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην 17, 270; μολπῇ καὶ φόρμιγγι· τὰ γάρ τ' ἀναθήματα [[δαιτός]] 21, 430. Sie heißt [[περικαλλής]], δαιδαλέη u. vgl., weil sie mit Gold, Elfenbein und allerlei Bildwerk geschmückt ist; Pind. nennt sie [[ἑπτάκτυπος]] P. 2, 71, u. [[ἑπτάγλωσσος]] N. 5, 24, also siebensaitig; ἁδυμελής Ol. 7, 12; ποικιλόγαρυς 3, 8; ἁ [[φόρμιγξ]] ἁ Φοίβου [[σύμμολπος]] Eur. Ion 164; Folgde.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1300.png Seite 1300]] ιγγος, ἡ (nach den Alten von [[φορέω]], die Tragbare, ἡ τοῖς ὤμοις φερομένη [[κιθάρα]]), eine Art Cither, unserer Harfe ähnlich, das älteste Saiteninstrument der griechischen Sänger; oft bei Hom., bei dem sie vorzugsweise das Instrument des Apollo ist, Il. 1, 603. 24, 63; vgl. Hes. Sc. 203; auch Achilles spielt sie, φρένα τερπόμενον φόρμιγγι λιγείῃ, καλῇ, δαιδαλέῃ, Il. 9, 186; neben αὐλοί genannt 18, 495; φόρμιγγι λιγείῃ ἱμερόεν κιθάριζε 569; die Sänger beim Mahle spielen auf ihr, Od. 8, 67 u. öfter; dah. ἣ δαιτὶ συνήορός ἐστι 99, ἣν ἄρα δαιτὶ θεοὶ ποίησαν ἑταίρην 17, 270; μολπῇ καὶ φόρμιγγι· τὰ γάρ τ' ἀναθήματα [[δαιτός]] 21, 430. Sie heißt [[περικαλλής]], δαιδαλέη u. vgl., weil sie mit Gold, Elfenbein und allerlei Bildwerk geschmückt ist; Pind. nennt sie [[ἑπτάκτυπος]] P. 2, 71, u. [[ἑπτάγλωσσος]] N. 5, 24, also siebensaitig; ἁδυμελής Ol. 7, 12; ποικιλόγαρυς 3, 8; ἁ [[φόρμιγξ]] ἁ Φοίβου [[σύμμολπος]] Eur. Ion 164; Folgde.
}}
{{ls
|lstext='''φόρμιγξ''': -ιγγος, ἡ, [[εἶδος]] κιθάρας (ἴδε κατωτ., καὶ πρβλ. [[κιθαρίζω]]), τὸ ἀρχαιότατον τῶν ἐγχόρδων ὀργάνων τῶν Ἑλλήνων ἀοιδῶν, [[συχν]]. παρ’ Ὁμήρῳ [[μάλιστα]] ὡς [[ὄργανον]] τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἰλ. Α. 603, Ω. 63, πρβλ. Ὀδ. Ρ. 270, Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 203· ἦτο δὲ κεκοσμημένη μὲ χρυσόν, ἐλέφαντα, πολυτίμους λίθους καὶ γλυφάς, [[ὅθεν]] τὰ ἐπίθετα [[περικαλλής]], δαιδαλέη, κλπ.· [[ἑπτάχορδος]] ([[μετὰ]] τοὺς χρόνους τοῦ Τερπάνδρου), Πινδ. Π. 2. 130, Ν. 5. 43· ψάλλων ἐλεφαντόδετον φ. Ἀριστοφ. Ὄρν. 219. 2) φ. [[ἄχορδος]] μεταφορ., τὸ [[τόξον]], Ἀριστ. Ρητορ. 3. 11, 11. (Συνήθως ἀναφέρεται εἰς τὸ [[φέρω]], οἱονεὶ φορητὴ [[λύρα]], ἡ τοῖς ὤμοις φερομένη Ἡσύχ. Ἀλλ’ ὁ Κούρτ. ἀναφέρει τὴν λέξιν εἰς τὴν √ΦΡΕΜ. φρέμω· οὕτω π. χ. βρέμεσθαι, [[εἶναι]] ἐν χρήσει ἐπὶ τῆς λύρας παρὰ Πινδ. ἐν Ν. 11. 7. [[Κατὰ]] τὴν κατάληξιν συμφωνεῖ πρὸς ἄλλα μουσικὰ ὄργανα, [[οἷον]] [[σάλπιγξ]], σῦριγξ).
}}
}}