3,274,313
edits
(13_7_2) |
(6_13b) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0625.png Seite 625]] (s. [[ἵστημι]]), <b class="b2">auseinanderstellen</b>, gesondert aufstellen; τοὺς λόχους Thuc. 4, 74; <b class="b2">trennen, unterscheiden</b>, κατ' εἴδη, ἐν τάξει, Plat. Phil. 23 d Rep. X, 617 d; εἰς μέρη, Dem. 18, 61, u. Sp; neben [[διακόπτω]], Plut. Pomp. 19; τὶ ἀπό τινος, dem χωρίζειν entsprechend, Symp. 4, 1, 3, vgl. D. Hal. 9, 17; ἡμᾶς [[ἀλλήλων]], Anton. 84; τίτινος, davon unterscheiden, Ath. VII, 803 d. Auch im med. praes. u. aor., γένη Plat. Tim. 63 c; τόν τε δικαιότατον καὶ τὸν ἀδικώτατον Rep. II, 360 e. – Dah. τὸν δῆμον, veruneinigen, Ar. Vesp. 41; vgl. τὴν Ἑλλάδα Her. 9, 2; Xen. Hell. 2, 2, 35; Thuc. 6, 77, τινά τινος; Luc. D. Mort. 14, 2. – Häufiger im med. u. perf. nebst aor. II. act., <b class="b2">sich auseinanderstellen, trennen</b>, Ggstz von συνάγεσθαι, Plat. Tim. Locr. 101 a; [[θάλασσα]] διίστατο Il. 13, 29; vgl. 17, 391. 24, 718; διαστὰν γᾶς [[βάθρον]], auseinander klaffend, Soph. O. C. 1653; τὰ διεστεῶτα ὑπὸ σεισμοῦ Her. 7, 129; – bes. <b class="b2">feindlich</b>, διαστήτην ἐρίσαντε Il. 1, 6; τίη δὴ νῶι διέσταμεν Iliad. 21, 436; – διέστησαν [[χωρίς]] Her. 8, 16, sie trennten sich; nach dem Kampfe auseinander gehen, 1, 76; vgl. Isocr. 5, 38; πλούτου ἀρετὴ διέστηκεν Plat. Rep. VIII, 550 e; κατὰ πόλεις διέσταμεν, sind getrennt, Thuc. 4, 61; διέστησαν κατὰ διακοσίους, sie stellten sich abgesondert in Haufen von zweihundert Mann auf, 4, 32; vgl. Xen. An. 1, 5, 2; πολὺ διεστώσας τάς τε – καὶ τὰς – γνώμας εὑρήσομεν Isocr. 1, 1; ἡ [[Πελοπόννησος]] διειστήκει Dem. 18, 18, hatte sich in Parteien getrennt, wie εἰς δύο 10, 4; ἐς συμμαχίαν ἑκατέρων Thnc. 1, 15; πόλεως διεστώσης Plut. Num. 17; πρὸς ἄλληλα Arist. Pol. 1, 8, u. Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0625.png Seite 625]] (s. [[ἵστημι]]), <b class="b2">auseinanderstellen</b>, gesondert aufstellen; τοὺς λόχους Thuc. 4, 74; <b class="b2">trennen, unterscheiden</b>, κατ' εἴδη, ἐν τάξει, Plat. Phil. 23 d Rep. X, 617 d; εἰς μέρη, Dem. 18, 61, u. Sp; neben [[διακόπτω]], Plut. Pomp. 19; τὶ ἀπό τινος, dem χωρίζειν entsprechend, Symp. 4, 1, 3, vgl. D. Hal. 9, 17; ἡμᾶς [[ἀλλήλων]], Anton. 84; τίτινος, davon unterscheiden, Ath. VII, 803 d. Auch im med. praes. u. aor., γένη Plat. Tim. 63 c; τόν τε δικαιότατον καὶ τὸν ἀδικώτατον Rep. II, 360 e. – Dah. τὸν δῆμον, veruneinigen, Ar. Vesp. 41; vgl. τὴν Ἑλλάδα Her. 9, 2; Xen. Hell. 2, 2, 35; Thuc. 6, 77, τινά τινος; Luc. D. Mort. 14, 2. – Häufiger im med. u. perf. nebst aor. II. act., <b class="b2">sich auseinanderstellen, trennen</b>, Ggstz von συνάγεσθαι, Plat. Tim. Locr. 101 a; [[θάλασσα]] διίστατο Il. 13, 29; vgl. 17, 391. 24, 718; διαστὰν γᾶς [[βάθρον]], auseinander klaffend, Soph. O. C. 1653; τὰ διεστεῶτα ὑπὸ σεισμοῦ Her. 7, 129; – bes. <b class="b2">feindlich</b>, διαστήτην ἐρίσαντε Il. 1, 6; τίη δὴ νῶι διέσταμεν Iliad. 21, 436; – διέστησαν [[χωρίς]] Her. 8, 16, sie trennten sich; nach dem Kampfe auseinander gehen, 1, 76; vgl. Isocr. 5, 38; πλούτου ἀρετὴ διέστηκεν Plat. Rep. VIII, 550 e; κατὰ πόλεις διέσταμεν, sind getrennt, Thuc. 4, 61; διέστησαν κατὰ διακοσίους, sie stellten sich abgesondert in Haufen von zweihundert Mann auf, 4, 32; vgl. Xen. An. 1, 5, 2; πολὺ διεστώσας τάς τε – καὶ τὰς – γνώμας εὑρήσομεν Isocr. 1, 1; ἡ [[Πελοπόννησος]] διειστήκει Dem. 18, 18, hatte sich in Parteien getrennt, wie εἰς δύο 10, 4; ἐς συμμαχίαν ἑκατέρων Thnc. 1, 15; πόλεως διεστώσης Plut. Num. 17; πρὸς ἄλληλα Arist. Pol. 1, 8, u. Sp. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''διίστημι''': μέλλ. διαστήσω, στήνω χωριστά, τοποθετῶ [[χωρίς]], [[διαχωρίζω]], τοὺς λόχους Θουκ. 4. 71· κατ’ εἴδη Πλάτ. Φιλ. 23D· διέστησεν [αὐτοὺς] εἰς πολλὰ μέρη Δημ. 245. 23· δ. τί τινος ἢ τι ἀπό τινος Πλούτ. Ἀντων. 84, κτλ. 2) [[χωρίζω]] τινὰ ἀπό τινος, [[κάμνω]] τινὰ νὰ διαφωνῇ [[πρός]] τινα, τινά τινος Ἀριστοφ. Σφηξ. 41, Θουκ. 6. 77· δ. τὴν Ἑλλάδα, [[ἐνσπείρω]] διχόνοιαν, διαιρῶ εἰς φατρίας, Ἡρόδ. 9. 2. 3) διαστήσας ἡμέρας δύο, ἀφήσας [[διάστημα]] ἢ [[διάλειμμα]] δύο ἡμερῶν, Ἐπιγράμμ. Ἑλλην. 996. 7. ΙΙ. συχνότερον ἐν τῷ μέσ. μετ’ ἀορ. β΄ διέστην, πρκμ. διέστηκα καὶ ὑπερσυντ. διειστήκη καὶ διειστήκειν· ― ἵσταμαι χωριστά, διαιροῦμαι, διαχωρίζομαι, Ἰλ., τὸ πλεῖστον κατ’ ἀόρ. β΄, ὡς Ω. 718· κατὰ παρατατ. [[θάλασσα]] διίστατο, ἠνοίγετο, Ν. 29· διαστὰν γῆς [[βάθρον]], ἀνοιχθὲν [[μεγάλως]], Σοφ. Ο. Κ. 1662· τὰ διεστεῶτα, τὰ χάσματα, Ἡρόδ. 7. 129. 2) ἐπὶ προσώπων, ἵσταμαι χωριστά, [[ἐρίζω]], φιλονικῶ, διαστήτην ἐρίσαντε Ἰλ. Α. 6· εἴ τινές που διασταῖεν Θουκ. 1. 18. διέστη ἐς ξυμμαχίαν ἑκατέρων, ἔλαβον τὸ [[μέρος]] τῆς μιᾶς ἢ τῆς ἄλλης μερίδος, [[αὐτόθι]] 15· κατὰ πόλεις διέσταμεν 4. 61· διεστηκότες εἰς δύο Δημ. 132. 12, πρβλ. 231. 5· ἐρίζειν καὶ διεστάναι ὁ αὐτ. 26. 20·― [[ἁπλῶς]], [[διαφέρω]], εἶμαι [[διάφορος]], Ξεν. Ἀπομν. 2. 3, 19· πρὸς ἄλληλα Ἀριστ. Πολ. 1. 5, 8· ― οὖρα διεστηκότα, θολά, Ἱππ. Ἀφ. 1259. 3) [[ὡσαύτως]] χωρίζομαι [[μετὰ]] μάχην, Ἡρόδ. 1. 76., 8. 16, 18, Ἰσοκρ. 89Ε. 4) ἵσταμαι κατ’ ἀποστάσεις ἢ διαστήματα, Ἡρόδ. 2. 66· ἐπὶ δένδρων ἐν δενδροστοιχίᾳ ἢ ἐν γραμμῇ, 3. 72· ἐπὶ ταχυδρομικῶν σταθμῶν, 8. 98· ἐπὶ στρατιωτῶν, δ. κατὰ διακόσιους Θουκ. 4. 32. ΙΙ. τὸ μέσ. [[εἶναι]] [[ἐνίοτε]] ἐν χρήσει μεταβατ., [[διαχωρίζω]], [[ἀποχωρίζω]], γεώδη γένη διιστάμενοι Πλάτ. Τιμ. 63C· ἀλλὰ τοῦτο πρὸ πάντων κατ’ ἀόρ. α΄, ὡς Πλάτ. Πολ. 360Ε, κτλ., Θεόκρ. 16. 97. | |||
}} | }} |