3,274,399
edits
(6_8) |
(Bailly1_1) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἀναστόμωσις''': -εως, ἡ, [[ἄνοιγμα]], [[ἔξοδος]], [[ἐκβολή]], Πλούτ. 2, 590F, πρβλ. Foës Οἰκ. Ἱππ. ΙΙ. τὸ ὀξύνειν τι, ἡ [[θῆξις]]: μεταφ., ἡ [[ἀκόνησις]] τῆς ὀρέξεως, Ἀθήν. 132F: ‒ [[ἐντεῦθεν]], [[ὡσαύτως]] καὶ ἐπὶ τῆς ἐρεθιστικῆς ἐνεργείας τῶν κοπρισμάτων, Θεοφρ. π. Αἰτ. Φ. 3. 17, 6. | |lstext='''ἀναστόμωσις''': -εως, ἡ, [[ἄνοιγμα]], [[ἔξοδος]], [[ἐκβολή]], Πλούτ. 2, 590F, πρβλ. Foës Οἰκ. Ἱππ. ΙΙ. τὸ ὀξύνειν τι, ἡ [[θῆξις]]: μεταφ., ἡ [[ἀκόνησις]] τῆς ὀρέξεως, Ἀθήν. 132F: ‒ [[ἐντεῦθεν]], [[ὡσαύτως]] καὶ ἐπὶ τῆς ἐρεθιστικῆς ἐνεργείας τῶν κοπρισμάτων, Θεοφρ. π. Αἰτ. Φ. 3. 17, 6. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />embouchure, estuaire.<br />'''Étymologie:''' [[ἀναστομόω]]. | |||
}} | }} |