γελασῖνος: Difference between revisions

Bailly1_1
(6_14)
(Bailly1_1)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''γελασῖνος''': ὁ, ([[γελάω]]) ὁ συνεχῶς γελῶν, ἐπὶ τοῦ Δημοκρίτου, Αἰλ. Π. Ι. 4. 20· θηλ. γελασίνη, Ἀναξανδρ. Κωμῳδ. 1. ΙΙ. οἱ γελασῖνοι (ἐνν. ὀδόντες), δηλ. οἱ πρόσθιοι, οἱ ὁποῖοι φαίνονται [[ὅταν]] τις γελᾷ, οἱ τομεῖς, [[Πολυδ]]. Β’, 91. 2) ἐν τῷ πληθ., αἱ μικραὶ κοιλότητες αἱ ἐν ταῖς παρειαῖς καὶ κατὰ τὰς γνάθους σχηματιζόμεναι [[ὅταν]] τις γελᾷ, Χοιροβ., Μαρτιαλ. 7. 24· [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀλκίφρ. 1. 39, Ἀνθ. II. 5. 35, αὔλακες καὶ κοιλότητες εἰς τὰ ὀπίσθια γινόμεναι, περὶ ὧν ὁ Λουκ. μεταχειρίζεται τὴν λέξιν γέλωτες.
|lstext='''γελασῖνος''': ὁ, ([[γελάω]]) ὁ συνεχῶς γελῶν, ἐπὶ τοῦ Δημοκρίτου, Αἰλ. Π. Ι. 4. 20· θηλ. γελασίνη, Ἀναξανδρ. Κωμῳδ. 1. ΙΙ. οἱ γελασῖνοι (ἐνν. ὀδόντες), δηλ. οἱ πρόσθιοι, οἱ ὁποῖοι φαίνονται [[ὅταν]] τις γελᾷ, οἱ τομεῖς, [[Πολυδ]]. Β’, 91. 2) ἐν τῷ πληθ., αἱ μικραὶ κοιλότητες αἱ ἐν ταῖς παρειαῖς καὶ κατὰ τὰς γνάθους σχηματιζόμεναι [[ὅταν]] τις γελᾷ, Χοιροβ., Μαρτιαλ. 7. 24· [[ἐντεῦθεν]] παρ’ Ἀλκίφρ. 1. 39, Ἀνθ. II. 5. 35, αὔλακες καὶ κοιλότητες εἰς τὰ ὀπίσθια γινόμεναι, περὶ ὧν ὁ Λουκ. μεταχειρίζεται τὴν λέξιν γέλωτες.
}}
{{bailly
|btext=ου (ὁ) :<br />le rieur (Démocrite).<br />'''Étymologie:''' [[γελάω]].
}}
}}