ἐξήλατος: Difference between revisions

Bailly1_2
(6_19)
(Bailly1_2)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐξήλᾰτος''': -ον, σφυρηλατηθείς, ἐπὶ μετάλλων, ἀσπίδα ἐξήλατον ([[ὅπερ]] ἑρμηνεύεται διὰ τοῦ ἀκολουθοῦντος: ἣν ἄρα χαλκεὺς ἤλασεν) Ἰλ. Μ. 295.
|lstext='''ἐξήλᾰτος''': -ον, σφυρηλατηθείς, ἐπὶ μετάλλων, ἀσπίδα ἐξήλατον ([[ὅπερ]] ἑρμηνεύεται διὰ τοῦ ἀκολουθοῦντος: ἣν ἄρα χαλκεὺς ἤλασεν) Ἰλ. Μ. 295.
}}
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />étiré sous le marteau.<br />'''Étymologie:''' [[ἐξελαύνω]].
}}
}}