3,274,216
edits
(6_11) |
(Bailly1_3) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''Ἰταλικός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, ὁ [[Σικελικός]] τε καὶ Ἰταλικὸς [[νόμος]] Πλάτ. Νόμ. 659Β, κτλ· - ἀνώμαλ. θηλ. Ἰταλίς, ίδος, Ἰταλὶς ὠκυμόρους ἀμφεκάλυψε [[κόνις]] Ἀνθ. Π. 7. 373· ἡ Ἰταλὶς (δηλ. γῆ) [[Ἰταλία]], Δίων Κ. 54. 22. | |lstext='''Ἰταλικός''': -ή, -όν, ὡς καὶ νῦν, ὁ [[Σικελικός]] τε καὶ Ἰταλικὸς [[νόμος]] Πλάτ. Νόμ. 659Β, κτλ· - ἀνώμαλ. θηλ. Ἰταλίς, ίδος, Ἰταλὶς ὠκυμόρους ἀμφεκάλυψε [[κόνις]] Ἀνθ. Π. 7. 373· ἡ Ἰταλὶς (δηλ. γῆ) [[Ἰταλία]], Δίων Κ. 54. 22. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ή, όν :<br /><b>I.</b> <i>adj.</i> d’Italie, italien ; αἴρεσις Ἰταλική la philosophie italique, <i>càd</i> pythagoricienne;<br /><b>II.</b> ἡ Ἰταλική ([[χώρα]]) l’Italie, les Italiens.<br />'''Étymologie:''' [[Ἰταλία]]. | |||
}} | }} |