3,273,724
edits
(6_9) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατασκευή''': ἡ, [[ἑτοιμασία]], ὄντων ἐν κατασκευῇ τοῦ πολέμου, ἀσχολουμένων εἰς τὴν πρὸς τὸν πόλεμον ἑτοιμασίαν (διάφ. γραφ. παρασκευῇ), Θουκ. 8. 5· λιμένων κατασκευὴ ἢ νεωρίων, [[οἰκοδομή]], Πλάτ. Γοργ. 455Β· ὁ ὁπλισμὸς πλοίων, μηχανῶν [[ἑτοιμασία]], κτλ., κατ. πολυτελέσι χρησάμενων Θουκ. 6. 31, πρβλ. Πολύβ. 1. 21, 1, κτλ. ΙΙ. πᾶν [[εἶδος]] σκευῶν, ἐπίπλων ἢ προμηθείας διὰ βίον σταθερὸν ἢ διαρκῇ, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ χρήσιμα διὰ βίον κινητὸν ἢ πρὸς ὀλίγον χρόνον ([[παρασκευή]]), λοιπόν, οἰκοδομαί, [[ἔπιπλα]], σκεύη, μηχαναί, Θουκ. 1. 10 ([[ἔνθα]] ἴδε Agnold.)· ἀνειληφότες τὰς κατ., ἐπισκευάσαντες τὰς κατοικίας αὑτῶν, ὁ αὐτ. 2. 16· εἰσεκομίζοντο καὶ τὴν [[ἄλλην]] κ. ᾗ κατ’ οἶκον ἐχρῶντο ὁ αὐτ. 2. 14· τῆς ἄλλης κατασκευῆς, ἐν ᾗ κατοικοῦμεν, τοῦ συνόλου τῆς πολιτικῆς τάξεως (τοῦ πολιτικοῦ συστήματος), μεθ’ ἧς πολιτευόμεθα καὶ ζῶμεν…, Ἰσοκρ. 45Ε· αἱ κ. αἱ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν ἢ αἱ ἐντὸς τοῦ τείχους ὁ αὐτ. 150Β· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] καὶ ὡς τὸ [[παρασκευή]], πᾶν [[εἶδος]] σκεύους ἢ ἐπίπλου, τὸ «νοικοκυριό», τὴν Μαρδονίου κ., δηλ. τὴν σκηνὴν [[αὐτοῦ]] [[μετὰ]] τῶν ἐπίπλων, Ἡρόδ. 9. 82· φιάλας τε… καὶ θυμιατήρια καὶ [[ἄλλην]] κατ. Θουκ. 6. 46, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 8. 5, 5· ἡ κ. τῆς οἰκίας Δημ. 1155. 21· τῇ κ. τῶν θεῶν… χρῆσθαι, ὅ,τι [[δήποτε]] χορηγοῦσιν οἱ θεοί, Ξεν. Ἀγησ. 9, 5· κατασκευὴ μαγικὴ Par. mag. bibl. nat. par W. 934. 2) ἐν τῷ πληθ., μηχανήματα πρὸς ἐκτέλεσίν τινος, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808. ΙΙΙ. ἡ [[κατάστασις]] πράγματός τινος, θεοῦ κατασκευὴν βίῳ δόντος τοιαύτην Εὐρ. Ἱκέτ. 214· αἱ… τῆς ψυχῆς Πλάτ. Πολ. 544Ε· ἡ τοῦ βίου κ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 842C· ἡ τῶν νόμων κ. [[αὐτόθι]] 739Β· ἐν πάσῃ κ. πολιτικῇ [[αὐτόθι]] 736Β· ἐν χρημάτων κ., εἰς τὴν ὑπόθεσιν τῶν χρημάτων, ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 477Β, πρβλ. Νόμ. 923D· [[οὕτως]], ἐν σώματος κ. Γοργ. [[αὐτόθι]]. V. [[μηχάνημα]], [[ἐπινόημα]], «παιγνίδι», [[τέχνη]], τέχναι καὶ κ. τοῦ κατηγόρου Αἰσχίν. 28. 4, πρβλ. Δείναρχ. 94. 30· τὴν κατ’ [[αὐτοῦ]] κατασκευὴν Ἰω. Μαλ. σ. 84, 6· [[ἄνευ]] κατασκευῆς ᾂδειν, [[ἄνευ]] τέχνης, [[ἀτέχνως]], Αἰλ. π. Ζ. 5. 38· ὁ [[περίβολος]] ἠσφάλισται φύσει καὶ κατασκευῇ Πολύβ. 9. 27, 3· τῇ τοῦ πληρώματος κ., συγκροτήσει καὶ ἐντέχνῳ ἀσκήσει, 1, 19, 15· ἡ μὲν [[μοναρχία]] φυσικῶς καὶ ἀκατασκεύως ἡ δὲ βασιλεία [[μετὰ]] κατασκευῆς διορθώσεως 6. 4, 7. V. ἐν τῇ Λογικῇ, θετικὸς [[τρόπος]] τοῦ διανοεῖσθαι τείνων εἰς βεβαίωσιν ἢ ἵδρυσιν ἀληθείας, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸν ἀναιρετικὸν τρόπον (ἀνασκευὴ) Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 24. κτλ.· πρβλ. [[ἀνασκευαστικός]], [[κατασκευάζω]] καὶ [[ἀνασκευάζω]]. VΙ.ἐν τῇ Ρητορικῇ τὸ ἔντεχνον καὶ κομψόν, κατάλληλον [[ὕφος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν ἰδιωτισμόν, Διογ. Λ. 7. 59, πρβλ. Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 3. | |lstext='''κατασκευή''': ἡ, [[ἑτοιμασία]], ὄντων ἐν κατασκευῇ τοῦ πολέμου, ἀσχολουμένων εἰς τὴν πρὸς τὸν πόλεμον ἑτοιμασίαν (διάφ. γραφ. παρασκευῇ), Θουκ. 8. 5· λιμένων κατασκευὴ ἢ νεωρίων, [[οἰκοδομή]], Πλάτ. Γοργ. 455Β· ὁ ὁπλισμὸς πλοίων, μηχανῶν [[ἑτοιμασία]], κτλ., κατ. πολυτελέσι χρησάμενων Θουκ. 6. 31, πρβλ. Πολύβ. 1. 21, 1, κτλ. ΙΙ. πᾶν [[εἶδος]] σκευῶν, ἐπίπλων ἢ προμηθείας διὰ βίον σταθερὸν ἢ διαρκῇ, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὰ χρήσιμα διὰ βίον κινητὸν ἢ πρὸς ὀλίγον χρόνον ([[παρασκευή]]), λοιπόν, οἰκοδομαί, [[ἔπιπλα]], σκεύη, μηχαναί, Θουκ. 1. 10 ([[ἔνθα]] ἴδε Agnold.)· ἀνειληφότες τὰς κατ., ἐπισκευάσαντες τὰς κατοικίας αὑτῶν, ὁ αὐτ. 2. 16· εἰσεκομίζοντο καὶ τὴν [[ἄλλην]] κ. ᾗ κατ’ οἶκον ἐχρῶντο ὁ αὐτ. 2. 14· τῆς ἄλλης κατασκευῆς, ἐν ᾗ κατοικοῦμεν, τοῦ συνόλου τῆς πολιτικῆς τάξεως (τοῦ πολιτικοῦ συστήματος), μεθ’ ἧς πολιτευόμεθα καὶ ζῶμεν…, Ἰσοκρ. 45Ε· αἱ κ. αἱ ἐπὶ τῶν ἀγρῶν ἢ αἱ ἐντὸς τοῦ τείχους ὁ αὐτ. 150Β· ἀλλ’ [[ὡσαύτως]] καὶ ὡς τὸ [[παρασκευή]], πᾶν [[εἶδος]] σκεύους ἢ ἐπίπλου, τὸ «νοικοκυριό», τὴν Μαρδονίου κ., δηλ. τὴν σκηνὴν [[αὐτοῦ]] [[μετὰ]] τῶν ἐπίπλων, Ἡρόδ. 9. 82· φιάλας τε… καὶ θυμιατήρια καὶ [[ἄλλην]] κατ. Θουκ. 6. 46, πρβλ. Ξεν. Κύρ. 8. 5, 5· ἡ κ. τῆς οἰκίας Δημ. 1155. 21· τῇ κ. τῶν θεῶν… χρῆσθαι, ὅ,τι [[δήποτε]] χορηγοῦσιν οἱ θεοί, Ξεν. Ἀγησ. 9, 5· κατασκευὴ μαγικὴ Par. mag. bibl. nat. par W. 934. 2) ἐν τῷ πληθ., μηχανήματα πρὸς ἐκτέλεσίν τινος, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808. ΙΙΙ. ἡ [[κατάστασις]] πράγματός τινος, θεοῦ κατασκευὴν βίῳ δόντος τοιαύτην Εὐρ. Ἱκέτ. 214· αἱ… τῆς ψυχῆς Πλάτ. Πολ. 544Ε· ἡ τοῦ βίου κ. ὁ αὐτ. ἐν Νόμ. 842C· ἡ τῶν νόμων κ. [[αὐτόθι]] 739Β· ἐν πάσῃ κ. πολιτικῇ [[αὐτόθι]] 736Β· ἐν χρημάτων κ., εἰς τὴν ὑπόθεσιν τῶν χρημάτων, ὁ αὐτ. ἐν Γοργ. 477Β, πρβλ. Νόμ. 923D· [[οὕτως]], ἐν σώματος κ. Γοργ. [[αὐτόθι]]. V. [[μηχάνημα]], [[ἐπινόημα]], «παιγνίδι», [[τέχνη]], τέχναι καὶ κ. τοῦ κατηγόρου Αἰσχίν. 28. 4, πρβλ. Δείναρχ. 94. 30· τὴν κατ’ [[αὐτοῦ]] κατασκευὴν Ἰω. Μαλ. σ. 84, 6· [[ἄνευ]] κατασκευῆς ᾂδειν, [[ἄνευ]] τέχνης, [[ἀτέχνως]], Αἰλ. π. Ζ. 5. 38· ὁ [[περίβολος]] ἠσφάλισται φύσει καὶ κατασκευῇ Πολύβ. 9. 27, 3· τῇ τοῦ πληρώματος κ., συγκροτήσει καὶ ἐντέχνῳ ἀσκήσει, 1, 19, 15· ἡ μὲν [[μοναρχία]] φυσικῶς καὶ ἀκατασκεύως ἡ δὲ βασιλεία [[μετὰ]] κατασκευῆς διορθώσεως 6. 4, 7. V. ἐν τῇ Λογικῇ, θετικὸς [[τρόπος]] τοῦ διανοεῖσθαι τείνων εἰς βεβαίωσιν ἢ ἵδρυσιν ἀληθείας, κατ’ ἀντίθεσιν πρὸς τὸν ἀναιρετικὸν τρόπον (ἀνασκευὴ) Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 24. κτλ.· πρβλ. [[ἀνασκευαστικός]], [[κατασκευάζω]] καὶ [[ἀνασκευάζω]]. VΙ.ἐν τῇ Ρητορικῇ τὸ ἔντεχνον καὶ κομψόν, κατάλληλον [[ὕφος]], ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὸν ἰδιωτισμόν, Διογ. Λ. 7. 59, πρβλ. Διον. Ἁλ. π. Λυσ. 3. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ῆς (ἡ) :<br /><b>I.</b> action de préparer :<br /><b>1</b> préparation : πολέμου THC d’une guerre;<br /><b>2</b> construction (d’un port, d’un navire, <i>etc.</i>);<br /><b>3</b> organisation, constitution, état ; <i>particul.</i> état politique, ensemble des institutions, constitution d’un État;<br /><b>4</b> action d’arranger avec art, de combiner, d’imaginer : [[ἄνευ]] κατασκευῆς ÉL sans art ; [[αἱ]] κατασκευαί artifices, ruses;<br /><b>II.</b> <i>c.</i> [[παρασκευή]] : appareil, <i>d’où</i><br /><b>1</b> ameublement, mobilier, équipement (d’une maison, d’un navire, <i>etc.</i>);<br /><b>2</b> construction, édifice;<br /><b>3</b> action de plier bagage.<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[σκευή]]. | |||
}} | }} |