3,273,724
edits
(6_21) |
(Bailly1_3) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κτίσμα''': τό, ([[κτίζω]]) [[τόπος]] κτισθεὶς ἢ ἀποικισθείς, [[ἀποικία]], Κνιδίων [[κτίσμα]] Στράβ. 315, πρβλ. Διον. Ἁλ. 1. 59˙ Λακωνικὸν κτ. Στράβ. 233. 2) = [[κτίσις]] ΙΙ. 2, Ἐπιστ. Ἰακώβ. α΄, 18. ΙΙ. = [[κτίσις]] Ι. 1, Εὐστ. 1382. 50. | |lstext='''κτίσμα''': τό, ([[κτίζω]]) [[τόπος]] κτισθεὶς ἢ ἀποικισθείς, [[ἀποικία]], Κνιδίων [[κτίσμα]] Στράβ. 315, πρβλ. Διον. Ἁλ. 1. 59˙ Λακωνικὸν κτ. Στράβ. 233. 2) = [[κτίσις]] ΙΙ. 2, Ἐπιστ. Ἰακώβ. α΄, 18. ΙΙ. = [[κτίσις]] Ι. 1, Εὐστ. 1382. 50. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ατος (τό) :<br /><b>1</b> fondation, établissement;<br /><b>2</b> créature.<br />'''Étymologie:''' [[κτίζω]]. | |||
}} | }} |