ἀραίρηκα: Difference between revisions

big3_6
(6_11)
(big3_6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀραίρηκα''': -ημένος, -ητο, Ἰων. τύποι μετ’ ἀναδιπλ., ἴδε τὸ [[ῥῆμα]] [[αἱρέω]].
|lstext='''ἀραίρηκα''': -ημένος, -ητο, Ἰων. τύποι μετ’ ἀναδιπλ., ἴδε τὸ [[ῥῆμα]] [[αἱρέω]].
}}
{{DGE
|dgtxt=ἀραίρημένοςἀραίρητο v. [[αἱρέω]].
}}
}}