ἐκτρωσμός: Difference between revisions

big3_14b
(6_14)
(big3_14b)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἐκτρωσμός''': ὁ, = τῷ προηγ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 3, 7.
|lstext='''ἐκτρωσμός''': ὁ, = τῷ προηγ. Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 7. 3, 7.
}}
{{DGE
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br />medic. [[aborto]] περὶ ἰάσιος ἐκτρωσμοῦ Hp.<i>Mul</i>.1.78 (p.186), ἐκτρωσμοὶ δ' αἱ μέχρι τῶν τετταράκοντα Arist.<i>HA</i> 583<sup>b</sup>12, ἐκτρωσμῷ καὶ βιαίῳ τόκῳ Aret.<i>SD</i> 2.11.10, cf. Ptol.<i>Tetr</i>.3.5.9, Gal.17(2).849, Vett.Val.382.28, como motivo de impureza para entrar en un templo <i>SEG</i> 43.1131.5, 10 (Egipto I a.C.).
}}
}}