ἀπόσπαστος: Difference between revisions

big3_6
(6_16)
(big3_6)
Line 12: Line 12:
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀπόσπαστος''': -ον, ἀπεσπασμένος, κεχωρισμένος, ἀπ᾿ [[ἀλλήλων]] διαφ. γραφ. παρὰ Στοβ. 8. 43.
|lstext='''ἀπόσπαστος''': -ον, ἀπεσπασμένος, κεχωρισμένος, ἀπ᾿ [[ἀλλήλων]] διαφ. γραφ. παρὰ Στοβ. 8. 43.
}}
{{DGE
|dgtxt=-ον<br />[[separado]] ἀπ' ἀλλάλων Theag.p.190, ἡ κεφαλὴ τοῦ λοιποῦ σώματος pap. mit. en <i>Ph.W</i>.47.1927.1469.
}}
}}