ἀμφίνοος
From LSJ
ἐὰν ἐκπέσῃ τὸ σιδήριον καὶ αὐτὸς πρόσωπον ἐτάραξεν καὶ δυνάμεις δυναμώσει καὶ περισσεία τοῦ ἀνδρείου σοφία (Ecclesiastes 10:10, LXX version) → If the iron axe fails, and the man has furrowed his brow, he will gather his strength, and the redoubling of his manly vigor will be the wise thing.
English (LSJ)
ον,
A looking at both sides, Δημόκριτος Timo46.
German (Pape)
[Seite 141] von zwei Seiten überlegend, bedachtsam, λέσχης heißt Demokrit bei Tim. Phlias. 29.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφίνοος: -ον, ὁ νοῶν τι ἀμφοτέρωθεν, ὅ ἐ. ἀγχίνους, συνετός, πολύτροπος, Δημόκριτον… ἀμφίνοον λέσχην Τίμων παρὰ Δ. Λαερτ. ΙΧ. 40.
Spanish (DGE)
-ον
que piensa cosas contradictorias Δημόκριτον ... ποιμένα μύθων, ἀμφίνοον λεσχῆνα Timo 46.
Greek Monolingual
ἀμφίνοος, -ον (Α)
πολυμήχανος, πολύτροπος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + νόος.
ΠΑΡ. αρχ. ἀμφινοέω.