πέτρην κοιλαίνει ρανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ → constant dropping wears away a stone, constant dripping will wear away the hardest stone, little strokes fell big oaks, constant dripping wears the stone, constant dropping wears the stone, constant dripping will wear away a stone
ο
1. ερμάρι όπου φυλάσσονται βιβλία ή χειρόγραφα
2. κληρικός ή μοναχός υπεύθυνος για τη φύλαξη βιβλίων.