οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me
ο, θηλ. μυστικίστρια1. αυτός που έχει τάσεις μυστικισμού2. οπαδός του φιλοσοφικού συστήματος του μυστικισμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < μυστικισ-μός. Η λ. μαρτυρείται από το 1876 στον Ν. Κοτζιά].