Θησεύς τινʹ ἡμάρτηκεν ἐς σʹ ἁμαρτίαν; (Euripides, Hippolytus 319) → Hath Theseus wronged thee in any wise?
Full diacritics: μωμητικός | Medium diacritics: μωμητικός | Low diacritics: μωμητικός | Capitals: ΜΩΜΗΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: mōmētikós | Transliteration B: mōmētikos | Transliteration C: momitikos | Beta Code: mwmhtiko/s |
ή, όν,
A censorious, Phld.Ir.p.57 W., Ptol. Tetr.160, Vett.Val.16.22.
μωμητικός: -ή, -όν, ψεκτικός, κατακρίνων, Φιλόδημ. περὶ Ὀργ. 1. σ. 60.
μωμητικός, -ή, -όν (Α) μωμητής
αυτός που κατακρίνει, που ψέγει.