ὁμοιοκαταληξία
From LSJ
Μήποτε λάβῃς γυναῖκας εἰς συμβουλίαν → Consilia versas? Noli admittere mulierem → Zieh niemals Frauen zur Beratung mit hinzu
English (LSJ)
ἡ,
A similarity of termination, Eust.1399.55.
German (Pape)
[Seite 335] ἡ, der ähnliche Ausgang, gleiche Endung, Reim, Eust. Od. 1399, 55.
Greek Monolingual
η (Μ ὁμοιοκαταληξία) ομοιοκατάληκτος
1. ομοιότητα στην κατάληξη
2. (μετρ.) επανάληψη της ίδιας κατάληξης στις τονιζόμενες συλλαβές της τελευταίας λέξης δύο ή περισσότερων στίχων, ρίμα.