αἰθὴρ δ᾽ ἐλαφραῖς πτερύγων ῥιπαῖς ὑποσυρίζει (Aeschylus, Prometheus Bound 126) → The bright air fanned | whistles and shrills with rapid beat of wings.
Ν
1. συγκεντρώνω και αποθηκεύω για χρήση ή για πούλημα καρπούς και άλλα προϊόντα
2. έχω ως εισόδημα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < εἰσοδεύω, με σίγηση του αρκτικού / i / (πρβλ. σοδειά)].