φιλίατρος

From LSJ
Revision as of 12:52, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (45)

εἰς πέλαγος σπέρµα βαλεῖν καὶ γράµµατα γράψαι ἀµφότερος µόχθος τε κενὸς καὶ πρᾶξις ἄκαρπος → throwing seeds and writing letters at sea are both a vain and fruitless endeavor

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φῐλίᾱτρος Medium diacritics: φιλίατρος Low diacritics: φιλίατρος Capitals: ΦΙΛΙΑΤΡΟΣ
Transliteration A: philíatros Transliteration B: philiatros Transliteration C: filiatros Beta Code: fili/atros

English (LSJ)

ον,

   A friend of the art of medicine, A.D.Pron.12.10, Gal.6.269, 13.636, Ptol.Tetr.160. Adv. -ρως Apollon.Cit.1, cf. φιλοΐατρος.

German (Pape)

[Seite 1278] Freund, Liebhaber der Arzneikunst, Diosc.

Greek (Liddell-Scott)

φῐλίᾱτρος: -ον, φίλος τῆς ἰατρικῆς τέχνης ἢ ὁ ἀκούσας τὰ πρῶτα μόνον μαθήματα τῆς ἰατρικῆς, «τοῖς ἄλλοις ἅπασιν, οὓς ὀνόματι κοινῷ προσαγορεύουσιν ἔνιοι φιλιάτρους, ἐν τοῖς πρώτοις δηλονότι μαθήμασι γεγονότας» Γαλην. 6, σ. 262, 12.

Greek Monolingual

και φιλοΐατρος, -ον, Α
αυτός που αγαπά την ιατρική τέχνη.
επίρρ...
φιλιάτρως Α
με αγάπη για την ιατρική τέχνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)- + ἰατρός.