συντετελεσμένως

From LSJ
Revision as of 12:52, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)

κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντετελεσμένως Medium diacritics: συντετελεσμένως Low diacritics: συντετελεσμένως Capitals: ΣΥΝΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΩΣ
Transliteration A: syntetelesménōs Transliteration B: syntetelesmenōs Transliteration C: syntetelesmenos Beta Code: suntetelesme/nws

English (LSJ)

Adv.

   A completely, Phld.Ir.p.72 W.

Greek (Liddell-Scott)

συντετελεσμένως: Ἐπίρρ. ἐντελῶς, παντελῶς, πληρέστατα, μνημονεύεται ἐκ τοῦ Φιλοδήμου.

Greek Monolingual

Α
επίρρ. εντελώς, παντελώς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μτχ. παθ. παρακμ. συντετελεσμένος του συντελῶ + επιρρμ. κατάλ. -ως].