φοροεισπράκτορας
From LSJ
εἰς τὴν ἀγορὰν χειροτονεῖτε τοὺς ταξιάρχους καὶ τοὺς φυλάρχους, οὐκ ἐπὶ τὸν πόλεμον → you elect taxiarchs and phylarchs for the marketplace not for war
Greek Monolingual
ο, Ν
εισπράκτορας αρμόδιος να εισπράττει δημόσιους φόρους ή δημοτικά τέλη.