ἀμφίδασυς
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
English (LSJ)
εια, υ,
A shaggy or fringed all round, epith. of the Aegis, which was hung with θύσανοι, Il.15.309; also of the head of Marsyas, Simon.177.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφίδασυς: εια, υ, ὁ λάσιος, ὁ ἀμφοτέρωθεν ἢ πανταχόθεν δασύς, ἐπίθ. τῆς αἰγίδος τοῦ Ἀπόλλωνος, ἔχε δ’ αἰγίδα… ἀμφιδάσειαν «κύκλῳ δασεῖαν διὰ τοὺς θυσάνους» (Σχόλ.), Ἰλ. Ο. 309· ὡσαύτως καὶ περὶ τῆς κεφαλῆς τοῦ Μαρσύου, Ποιητής παρὰ Πλουτάρχ. 2. 456Β.
French (Bailly abrégé)
hérissé tout autour.
Étymologie: ἀμφί, δασύς.
English (Autenrieth)
σεια (δασύς): shaggy all around, thick-fringed, epith. of the Aegis, Il. 15.309†.
Spanish (DGE)
(ἀμφίδᾰσυς) -εια, -υ
bordeado de flecos o simplemente espeso de la Egida Il.15.309
•bien poblado χρυσῷ ... συνήρμοσεν ἀμφιδασείας κόρσας Simon.160D.
Greek Monolingual
ἀμφίδασυς, -εια, -υ (Α)
αυτός που είναι από όλες τις πλευρές δασύς, δασύτριχος, πυκνόμαλλος, τριχωτός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀμφι- + δασύς.
Greek Monotonic
ἀμφίδᾰσυς: -εια, -υ, διακοσμημένος με δέντρα, λέγεται για την Αιγίδα, σε Ομήρ. Ιλ.