προσημαίνω
οὐκ ἔστι γῆρας τοῦδε τοῦ μιάσματος → that pollution never wears out, that pollution can never grow old
English (LSJ)
A foretell, announce the future, τινί τι E.Med.725; of the gods, τὰ μέλλοντα ἔσεσθαι Hdt.1.45, cf. E.Supp.213, SIG709.24 (Chersonesus, ii B.C.), etc.; π. ὡς . . Plu.Nic.1: abs., Hdt.6.27; of Socrates' δαιμόνιον, X.Mem.1.1.4; of medical symptoms, π. θάνατον v.l. in Hp.Prog.6; of wind, give warning, Arist.Mete.367a13, cf. Thphr.Sign.31. II proclaim an order, τινί τι, of a herald, Hdt. 6.77: c. inf., [ἡ Πυθίη] π. Λακεδαιμονίοισι ἐλευθεροῦν τὰς Ἀθήνας ib. 123, cf. Aeschin.3.130. III Pass., ἡ -σημανθεῖσα τιμή the aforesaid .., PMasp.97.52 (vi A.D.), cf. PRyl.156.8 (i A.D.), etc. IV mark out beforehand, μέλανι γραφικῷ Paul.Aeg.6.4 (Pass.).
German (Pape)
[Seite 765] 1) vorher ein Zeichen geben, anzeigen, Zukünftiges vorher verkünden, ἃ ἔστ' ἄσημα, μάντεις προσημαίνουσιν, Eur. Suppl. 213; Her. 6, 27; ὅταν τοῖς Ἕλλησι τέρατα πέμπ οντες προσημαίνωσι, Xen. Mem. 1, 4, 15; οὐ προὔλεγον, οὐ προεσήμαινον ὴμῖν οἱ θεοὶ φυλάξασθαι, Aesch. 3, 130. – 2) verkünden, bekannt machen, befehlen, τινί τι, Eur. Med. 725; vom Herolde, Her. 6, 77; c. inf., von der Pythia, 6, 123.
Greek (Liddell-Scott)
προσημαίνω: προδηλῶ διὰ σημείων, προαγγέλλω, ἐπὶ τῶν θεῶν, Ἡρόδ. 1. 45., 6. 27, Εὐρ. Ἱκέτ. 213, κτλ.· ἐπὶ τοῦ δαιμονίου τοῦ Σωκράτους, Ξεν. Ἀπομν. 1. 1, 4· ― ἐπὶ ἰατρικῶν συμπτωμάτων, Ἱππ. Προγν. 38· ἐπὶ τοῦ ἀνέμου, προδηλῶ, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 8, 17. ΙΙ. κηρύττω προηγουμένως, προκηρύττω, τινί τι Εὐρ. Μήδ. 725· ἐπὶ κήρυκος, Ἡρόδ. 6. 77· μετ’ ἀπαρ., Πυθίη πρ. Λακεδαινονίοισι ἐλευθεροῦν τὰς Ἀθήνας, κελεύει αὐτοὺς νά..., αὐτόθι 123, πρβλ. Αἰσχίν. 72. 8· πρ. ὡς..., Πλουτ. Νικ. 1.
French (Bailly abrégé)
signifier d’avance :
1 annoncer par des signes ou des prodiges, acc.;
2 déclarer, ordonner : τινί τι qch à qqn ; avec l’inf. ou avec ὡς, ordonner de.
Étymologie: πρό, σημαίνω.
Greek Monolingual
ΝΜΑ, και δωρ. τ. προσαμαίνω Α
δείχνω σημάδια για το μέλλον, φανερώνω με σημάδια το μέλλον (α. «προεσήμαινε τα μέλλοντα ἔσεσθαι», Ηρόδ.
β. «ὡς τοῡ δαιμονίου προσημαίνοντος», Ξεν.)
2. σημειώνω κάτι εκ τών προτέρων, προσημειώνω
αρχ.
1. (για κήρυκα) κηρύσσω κάτι εκ τών προτέρων
2. (για άνεμο) φανερώνω, δείχνω
3. (για συμπτώματα) προαναγγέλλω την εμφάνιση νόσου
4. φρ. «ἡ προσημανθεῑσα τιμή» — η τιμή που έχει λεχθεί εκ τών προτέρων, η συμφωνημένη τιμή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + σημαίνω.
Greek Monotonic
προσημαίνω: μέλ. -ᾰνῶ,
I. προδηλώνω με σημάδια, προμηνύω, ανακοινώνω, λέγεται για τους θεούς, σε Ηρόδ., Ευρ. κ.λπ.
II. κηρύττω προηγουμένως, προκηρύττω, τί τινι, σε Ευρ.· προσημαίνω τινι ποιεῖν τι, δίνω σε αυτούς δημόσια διαταγή, σε Ηρόδ.