καταντίον

From LSJ
Revision as of 23:40, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Ὥσπερ αὐτοῦ τοῦ ἡλίου μὴ ὄντος καυστικοῦ, ἀλλ' οὔσης ζωτικῆς καὶ ζωοποιοῦ θέρμης ἐν αὐτῷ καὶ ἀπλήκτου, ὁ ἀὴρ παθητικῶς δέχεται τὸ ἀπ' αὐτοῦ ϕῶς καὶ καυστικῶς· οὕτως οὖν ἁρμονίας οὔσης ἐν αὐτοῖς τινὸς καὶ ἑτέρου εἴδους ϕωνῆς ἡμεῖς παθητικῶς ἀκούομεν → Just as although the Sun itself does not cause burning but has a heat in it that is life-giving, life-engendering, and mild, the air receives light from it by being affected and burned, so also although there is a certain harmony and a different kind of voice in them, we hear it by being affected.

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταντίον Medium diacritics: καταντίον Low diacritics: καταντίον Capitals: ΚΑΤΑΝΤΙΟΝ
Transliteration A: katantíon Transliteration B: katantion Transliteration C: katantion Beta Code: katanti/on

English (LSJ)

Adv.

   A over against, right opposite, c. gen., Hdt.6.103, 118, 8.52: c. dat., Id.7.33: abs., Χὠ κ. θανών facing him, S.Ant.512, cf. APl.4.95 (Damag.): καταντία, πόντου κ. κυμαίνοντος Agesianax ap. Plu.2.921b, cf. Opp.H.2.555.

Greek (Liddell-Scott)

καταντίον: ἐπίρρ., κατέναντι, ἀκριβῶς ἀπέναντι, μετὰ γεν., Ἡρόδ. 6. 103, 118· ὡσαύτως μετὰ δοτ., 7, 33· ἀπόλ., χὼ κ. θανών, ἀπέναντι αὐτοῦ, Σοφ. Ἀντιγ. 512, πρβλ. Ἀνθ. Πλαν. 4, 95·- ὡσαύτως, καταντία Ἀγησιάναξ π. Πλουτ. 2, 921Β, Ὀππ. Ἁλ. 2, 555.

French (Bailly abrégé)

adv.
en face, gén. ou dat..
Étymologie: κατά, ἀντίος.

Greek Monolingual

καταντίον και καταντία (Α)
επίρρ. ακριβώς απέναντι, κατευθείαν απέναντικαταντίον δ' αὑτοῡ αἱ ἵπποι τετάφαται», Ηρόδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + ἀντίον / ἀντία (< ἀντίος «αυτός που βρίσκεται απέναντι σε κάποιον άλλον»), πρβλ. εν-αντίον].

Greek Monotonic

καταντίον: επίρρ., απέναντι από, ακριβώς απέναντι, απέναντι, με γεν., σε Ηρόδ.· με δοτ., στον ίδ.· απόλ., σε Σοφ.